Πέραν του αρνητικού απολογισμού για τη χώρα, η συνεισφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη στην πολιτική επιστήμη και τη θεσμική λειτουργία της Πολιτείας κοινωνίας είναι εξίσου αρνητική: αντικαθιστά το Σύνταγμα και την υπάρχουσα νομοθεσία, με… τροπολογίες.
Όταν κάτι δεν του βγαίνει, όταν έχει επιδιώξεις που αντίκεινται στον νόμο, ή όταν θέλει να συγκαλύψει ευθύνες του καταφεύγει σε μια αποτρόπαια μέθοδο:
-Παραγγέλλει στον Γεραπετρίτη μια τροπολογία -καμία φορά και νόμο ολόκληρο- και βάζει 155 άβουλους -ως δουλικούς- βουλευτές να την ψηφίσουν.
Έτσι κατασκευάζει «νομιμότητα» και προχωράει στο επόμενο σκάνδαλο. Αν παρ’ ελπίδα -δεν είναι και αετός ο Γεραπετρίτης στα νομικά- ξεφύγει κάτι, υπάρχει λύση: γνωμοδοτεί ο Ντογιάκος.
Και «ας χτυπιούνται εκατό συνταγματολόγοι στο πάτωμα» που λέει και ο θεωρητικός του Κοινοβουλευτισμού Αδωνις Γεωργιάδης.
Σε περίπτωση που πάει να του κάνει τον έξυπνο η αντιπολίτευση ζητώντας πχ να εφαρμοστεί ο Κανονισμός της Βουλής και να συγκληθεί η αρμόδια Επιτροπή, να είναι καλά ο ταλαίπωρος Μπούρας, που -με την κάλυψη του ανεκδιήγητου Τασούλα- κατεβάζουν τα ρολά.
Στο βάθος, διακεκριμένοι Νεοδημοκράτες, βουλευτές και έτεροι Καπαδόκες, κάνουν πως δεν βλέπουν. Αλλά αυτό είναι άλλη υπόθεση. Και η ζωή -του Μητσοτάκη στην κυβέρνηση- συνεχίζεται.
Αλλά μην βάζετε στοίχημα, για πολύ. Εκτός από τους εγχώριους ψηφοφόρους, τον πήραν είδηση και στην Ευρώπη και τον κράζουν.
Μπορεί να επέστρεψαν οι δημοσκόποι και με τους «ερωτηθέντες» τους, που προβάλουν ότι είναι κραταιός και φαβορί στις εκλογές, ενώ ο Τσιπρας πάει για βρούβες. Αλλά η στοιχειώδης πολική ανάλυση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Μητσοτάκης τελείωσε πολιτικά – απομονωμένος στο εσωτερικό και διεθνώς.
Πλέον τον καθοδηγεί ο φόβος της λογοδοσίας την επόμενη μέρα και κάνει σπασμωδικές κινήσεις, που επιδεινώνουν τη θέση του. Μόνο οι «ερωτηθέντες» δεν το βλέπουν.
Εσωκομματικά η σιωπηλή πλειοψηφία της ΝΔ τον εγκαταλείπει και η ακροδεξιά φρουρά -με πυρήνα τους προερχόμενος από το ΛΑΟΣ συν όσους ψάρεψε με την κηδεία του έκπτωτου- δεν μπορούν να τον σώσουν.
Το μόνο σχέδιο που του μένει ενεργό είναι να διασπάσει τη ΝΔ μετά την ήττα. Αλλά αυτό είναι εσωτερικό τους πρόβλημα. Όπως έστρωσαν θα κοιμηθούν.
Η ώρα του Τσίπρα
Ο Μητσοτάκης απέρχεται, αλλά ποιος έρχεται; Η φυσική εξέλιξη της πολιτικής δείχνει ότι ο δρόμος για την επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα ως επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης έχει ανοίξει. Αλλά πάλι, από τη φυσική λειτουργία της πολιτικής, προκύπτει ότι δεν είναι και διασφαλισμένος. Ισχύει μόνο αν πείσει ως εναλλακτική λύση.
Η κοινωνία και ιδίως η Δημοκρατική Παράταξη βρίσκονται στο σημείο βρασμού που ιστορικά ωθεί μια κυβέρνηση στην έξοδο. Αλλά απομένει μια ακόμη προϋπόθεση: το ανάγλυφο της διαδοχής.
Να προβληθεί καθαρά στον δημόσιο χώρο, όχι απλώς το κόμμα που διεκδικεί την κυβέρνηση. Κυρίως οι στόχοι του για τη χώρα και τα πρόσωπα που θα εφαρμόσουν το πρόγραμμά του. Ητοι ποιοι θα έλθουν, στη θέση των σημερινών.
Πλέον οι ψηφοφόροι δεν αγοράζουν γουρούνι στο σακί. Για να εκδηλωθούν εναντίον μιας κυβέρνησης και να την καταψηφίσουν στην κάλπη, πρέπει να γνωρίζουν αυτήν που θα βάλουν στη θέση της – για να τη βάλουν.
Μέχρι στιγμής γνωρίζουν μόνο τον υποψήφιο Πρωθυπουργό. Σταδιακά τα ακροατήρια του Αλέξη Τσίπρα μεγαλώνουν. Το πρόγραμμά του γίνεται αποδεκτό. Οι παλιές ενστάσεις για τη διακυβέρνησή του υποχωρούν – ειδικά όταν συγκρίνεται με τον Μητσοτάκη.
Σε τελευταία ανάλυση, πολιτικά λάθη έκανε – δεν έκλεβε. Δεν αφαίρεσε δικαιώματα από την κοινωνία, δεν έκανε τους πλούσιους πλουσιότερους, δεν ξεπούλησε, δεν κατέλυσε το κράτος δίκαιου.
Αντίθετα ανέλαβε ευθύνες έβγαλε τη χώρα από το Μνημόνιο, άφησε διαχειρίσιμη οικονομία με πλεονάσματα, έλυσε το Μακεδονικό, διευθέτησε εκκρεμότητες δεκαετιών, έβγαλε από το δημόσιο βίο τους «νταβατζήδες» και δεν τον βαρύνουν ηθικές παρεκτροπές.
Η πολιτική θέλει πρόσωπα
Τώρα, καθώς ο ίδιος ανακτά το παλιό ιμπέριουμ, πρέπει να δείξει και με ποιους θα κυβερνήσει. Ακριβέστερα με ποιους ΔΕΝ θα κυβερνήσει.
Προφανώς δεν μπορεί να διεκδικήσει την εκλογική νίκη με την ηττηθείσα κυβέρνηση του 2019 στο προσκήνιο. Με εξαίρεση μια ευάριθμη ομάδα υπουργών που πέρασαν το τεστ της πρώτης διακυβέρνησης.
Πχ κανείς εν δυνάμει ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ, δεν δυσφορεί για τον Τσακαλώτο, τον Χαρίτση, τον Ξανθό, την Ατχσιόγλου, τη Γεροβασίλη, τον Σταθάκη, τον Μουζάλα, την Ξενογιαννακοπούλου, τον Κοτζιά, τον Λιάκο, τον Χουλιαράκη, τον Φάμελο και μερικούς ακόμη από τον κρατικό μηχανισμό. Όπως κανείς δεν έχει να προσάψει κάτι σε μια ομάδα 10-15 βουλευτών, κυρίως νέων με θετική δημόσια παρουσία.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι προαναφερόμενοι πρέπει να γίνουν υπουργοί. Αλλά αν γίνουν, δεν θα δυσανασχετήσει κανείς.
Από εκεί και πέρα για τη νέα πρωθυπουργική θητεία του -και πρωτίστως για τη διεκδίκησή της- ο Τσίπρας χρειάζεται νέα, ικανά, και άφθαρτα πρόσωπα, ευρύτερης αποδοχής. Αυτά τα προσόντα δεν πάνε πακέτο με τη ιδιότητα του «τομεάρχη» στο κόμμα, ή στη σημερινή Βουλή. Κάθε άλλο.
Όπως δεν προκύπτουν από τις ομάδες που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ. Πλην 3-4 προσώπων, οι πρώην «Σημιτοφύλακες», «οι κηπουροί του ΓΑΠ» και οι αστέρες της «Νεολαίας» του παλαιού ΠΑΣΟΚ, δεν δείχνουν και πολύ συμβατοί με τη νέα εποχή και τις ανάγκες της. Το αντίθετο σε πολλές περιπτώσεις.
Γι’ αυτό ως υποψήφιος Πρωθυπουργός, που απευθύνεται στην κοινωνία και όχι στο κόμμα, πρέπει να αναζητήσει όσους «υπουργήσιμους» του λείπουν έξω από τα κομματικά τείχη.
Όπως έδειξε επιλογή της Πόπης Τσαπανίδου, η παρουσία του Γρ. Γεροτζιάφα, ή Οθ. Ηλιόπουλου, ή του Φαραντούρη, η κοινωνία ανταποκρίνεται θετικά.
Επειδή όπως έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου «η πρωθυπουργία δεν είναι συλλογικός θεσμός», η σύνθεση της κυβέρνησής του είναι πρωθυπουργικό προνόμιο. Θα την αποφασίσει μόνος του, ως φορέας της λαϊκής εντολής. Αλλά πρέπει να έχει στη διάθεσή του αντίστοιχο ανθρώπινο υλικό – και αυτό διαμορφώνεται τώρα.
Σε ό,τι αφορά τους βουλευτές του, ποια από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θα βρίσκονται στην επομένη Βουλή θα το αποφασίσουν οι πολίτες. Η δουλειά του Τσίπρα είναι να ανανεώσει τα ψηφοδέλτια του με ικανούς υποψήφιους, ώστε το ποιοτικό επίπεδο της επόμενης Κοινοβουλευτικής Ομάδας του να είναι υψηλότερο.
Η δική του υποχρέωση απέναντι στο εκλογικό σώμα είναι να φέρει από τώρα στη σκηνή πρόσωπα που θα μπορούν να αιμοδοτήσουν και την κυβέρνησή του. Από την κοινωνία: την επιστημονική κοινότητα, την αυτοδιοίκηση, τον συνδικαλισμό, τις κοινωνικές οργανώσεις, την επιχειρηματικότητα και τον διεθνή χώρο.
Ως ηγέτης που βλέπει το μέλλον, πρέπει να αφήσει πίσω το παρελθόν. Να μην υπολογίσει ισορροπίες και πιέσεις και αναδείξει μια νέα γενιά προοδευτικών πολιτικών – επιβάλλοντας το ίδιο και στους ενδεχομένους κυβερνητικούς εταίρους του.
Χρειάζεται μια «κυβερνώσα» ομάδα που θα πείθει ότι μπορεί να πάει την Ελλάδα μπροστά. Να την ξεκρεμάσει από τα μανταλάκια την ντροπής. Να έχει βιώσιμη παραγωγή και να τη μοιράζει δίκαια. Αλλιώς γιατί να τον ψηφίσουν;
Απέναντι σε έναν αδίστακτο αντίπαλο, που θα τον πολεμήσει με αθέμιτα μέσα πρέπει να κατεβεί στα μαρμαρένια αλώνια ως εκπρόσωπος της επόμενης μέρας – με ιδέες και πρόσωπα που θα το σηματοδοτούν.
Είναι πολλά; Μπορεί. Αλλά χωρίς αυτά δεν θα πάρει εντολή διακυβέρνησης. Τα ποτάμια στις κοινωνίες -και συνακόλουθα στην πολιτική- δεν γυρίζουν πίσω…
ΠΟΛΙΤΙΚΗ Read More