Πλέον, όλα αλλάζουν για όσους όμως πληρώνουν κανονικά τις υποχρεώσεις τους. Σε ισχύ θέτει το 2023 τον προοδευτικά ακατάσχετο λογαριασμό η εφορία, ενώ την ίδια στιγμή βάζει νέους όρους για όσους έχουν οφειλές στη εφορία και έχουν να εισπράξουν χρήματα από το ελληνικό δημόσιο.
Ακατάσχετος λογαριασμός
Συγκεκριμένα, για τους οφειλέτες που είναι συνεπείς στις ρυθμίσεις τους ο προοδευτικά ακατάσχετος λογαριασμός θα “χτίζεται” ως εξής:
1. Φορολογούμενος στον οποίο έχει γίνει κατάσχεση από την εφορία, θα πρέπει να ενταχθεί στην πάγια ρύθμιση του υπουργείου Οικονομικών και καταβάλλοντας τουλάχιστον δύο δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών του, μπορεί τον τρίτο μήνα να ζητήσει αύξηση του ακατάσχετου ορίου.
2. Το νέο σύστημα προβλέπει ότι το σημερινό όριο των 1.250 ευρώ προσαυξάνεται κατά το άθροισμα των ποσών των δύο τελευταίων μηνιαίων δόσεων που εξοφλήθηκαν, το οποίο πολλαπλασιάζεται με συντελεστές από 3 έως και 4,5.
3. Οσο ο οφειλέτης είναι συνεπής ο συντελεστής θα αυξάνεται. Για παράδειγμα, σε έναν φορολογούμενο ο οποίος έχει ρυθμίσει τις οφειλές του με την πάγια ρύθμιση, εξοφλώντας για παράδειγμα 5 δόσεις των 500 ευρώ, μπορεί να “κερδίσει” συντελεστή 3,8, αυξάνοντας τον ακατάσχετο λογαριασμό στα 1.900 ευρώ. Ειδικότερα:
Στην περίπτωση που κάποιος έχει χρέη 10.200 ευρώ και ενταχθεί στη πάγια ρύθμιση του υπουργείου Οικονομικών αποπληρώνοντας την οφειλή του σε 12 δόσεις, το ποσό που καλείται να πληρώσει ανέρχεται σε 850 ευρώ τον μήνα. Το ακατάσχετο όριο από τα 1.250 ευρώ θα ανέλθει στα 2.550 ευρώ (850×3). Οσο πληρώνει κανονικά τις δόσεις του, τόσο θα αυξάνεται ο πολλαπλασιαστής και κατ’ επέκταση το ακατάσχετο όριο. Στις τελευταίες δόσεις, για παράδειγμα στη 10η δόση, ο πολλαπλασιαστής θα φθάνει το 4,5 και το ακατάσχετο στα 3.825 ευρώ.
4. Τα όρια του ακατάσχετου αποφασίζονται κάθε μήνα. Ισχύουν για ένα μήνα από την ημερομηνία χορήγησής του και ανανεώνονται μηνιαίως, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις.
5. Αν ο φορολογούμενος, ο οποίος έχει κερδίσει αύξηση ακατάσχετου λογαριασμού, χάσει τη ρύθμιση οφειλών (εξαιτίας μη καταβολής δύο συνεχόμενων δόσεων), χάνει τον αυξημένο ακατάσχετο αλλά και το δικαίωμα να τον διεκδικήσει εκ νέου.
Μείωση παρακράτησης από την εφορία
Μειώνεται το ποσό που θα παρακρατεί η Εφορία επί των χρημάτων που εισπράττουν οι φορολογούμενοι εφόσον πρόκειται για περιοδικές απαιτήσεις. Το νέο μέτρο αφορά συνεπείς οφειλέτες και αφορά μόνο την περιοδική είσπραξη χρημάτων για την οποία είναι υποχρεωτική η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας.
Με τη νέα ρύθμιση το ποσοστό παρακράτησης ορίζεται στο 10% (από 10% -70%) επί του εισπραττόμενου ποσού εφόσον το ποσό της ρυθμισμένης οφειλής που υπολείπεται δεν υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ. Εάν η συνολική εναπομένουσα ρυθμισμένη οφειλή είναι άνω των 20.000 ευρώ, τότε το ποσοστό που θα παρακρατείται από τα χρήματα θα πρέπει:
να αντιστοιχεί στην κάλυψη 1 δόσης της τηρούμενης ρύθμισης και να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον 10% του εισπραττόμενου ποσού, αλλά να μην υπερβαίνει το 30% αυτού.
Για τις υπόλοιπες περιπτώσεις είσπραξης χρημάτων ή μεταβίβασης ακινήτων με παρακράτηση για ρυθμισμένες οφειλές ισχύουν τα εξής:
1. Όταν εκδίδεται αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων ή μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού εξ επαχθούς αιτίας και ο φορολογούμενος έχει οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, πέραν της προϋπόθεσης ενημερότητας του οφειλέτη σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, τίθεται υποχρεωτικά και όρος παρακράτησης μέρους της εισπραττόμενης απαίτησης, ο οποίος αναγράφεται επί του αποδεικτικού. Όρος παρακράτησης δεν τίθεται, εάν το αποδεικτικό χορηγείται λόγω προσκόμισης εγγυητικής επιστολής.
2. Το ποσοστό της παρακράτησης ορίζεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών υπηρεσίας εντός των ακόλουθων κατά περίπτωση ορίων:
10% επί του εισπραττόμενου ποσού όταν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού είναι η είσπραξη χρημάτων και έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό μεγαλύτερο του 70% της ρυθμισμένης οφειλής. 30% επί του εισπραττόμενου ποσού όταν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού είναι η είσπραξη χρημάτων και έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του 50% έως και 70% της ρυθμισμένης οφειλής. 50% επί του εισπραττόμενου ποσού όταν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού είναι η είσπραξη χρημάτων και έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του 30% έως και 50% της ρυθμισμένης οφειλής. 70% επί του εισπραττόμενου ποσού όταν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού είναι η είσπραξη χρημάτων και έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό έως και 30% της ρυθμισμένης οφειλής.
3. Το αρμόδιο όργανο δύναται, κατόπιν ειδικής αιτιολογίας, να αυξήσει έως και 20 ποσοστιαίες μονάδες τα ανωτέρω ποσοστά παρακράτησης αξιολογώντας τη συνολική φορολογική εικόνα του οφειλέτη για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου. Ειδικότερα, λαμβάνονται ιδίως υπόψη η συμπεριφορά του αιτούντα το αποδεικτικό ως προς την τήρηση των φορολογικών του υποχρεώσεων, το ύψος της ρυθμισμένης ληξιπρόθεσμης οφειλής και η εν γένει συμπεριφορά και συνέπειά του σε ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής οφειλών του.
4. Τα ως άνω ποσοστά παρακράτησης πρέπει να αντιστοιχούν στην κάλυψη τουλάχιστον 2 δόσεων της τηρούμενης ρύθμισης / ρυθμίσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού εφόσον οι εναπομένουσες δόσεις είναι έως και δώδεκα (12). Εάν οι εναπομένουσες δόσεις της τηρούμενης ρύθμισης / ρυθμίσεων είναι περισσότερες από 12, το ποσοστό παρακράτησης πρέπει να αντιστοιχεί στην κάλυψη τουλάχιστον 4 δόσεων της τηρούμενης ρύθμισης / ρυθμίσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού.
Μεταβίβαση ακινήτου
5. Το ποσοστό παρακράτησης ανέρχεται σε 70% έως 100% όταν αιτία χορήγησης είναι η μεταβίβαση ακινήτου ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού. Εφόσον η είσπραξη της οφειλής είναι διασφαλισμένη, το κατώτατο όριο παρακράτησης ορίζεται στο 50%.
6. Ειδικά στην περίπτωση που το αποδεικτικό ενημερότητας χορηγείται για τη μεταβίβαση ακινήτου ή τη σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία και δεν εξοφλούνται πλήρως οι ληξιπρόθεσμες οφειλές, ορίζεται ποσοστό παρακράτησης επί του τιμήματος, το οποίο υπολογίζεται επί της πραγματικής αξίας του ακινήτου, όχι όμως σε αξία μικρότερη από την αντικειμενική.
7. Το συνολικό ποσό της παρακράτησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το σύνολο των ληξιπροθέσμων οφειλών του φορολογούμενου, για τις οποίες εκδίδεται το αποδεικτικό ενημερότητας. Οι βεβαιωμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές οι οποίες βρίσκονται σε αναστολή είσπραξης δύναται να παρακρατηθούν, μόνο εάν ζητηθεί από τον οφειλέτη.
8. Για ληξιπρόθεσμες ρυθμισμένες οφειλές βεβαιωμένες σε περισσότερες από μία υπηρεσίες εκδίδεται από αυτήν στην οποία έχει κατατεθεί η αίτηση, ένα αποδεικτικό για όλες συνολικά τις οφειλές, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης, κατόπιν συνεννοήσεως των αρμόδιων για την επιδίωξη της είσπραξης υπηρεσιών.
Σημειώνεται ότι ο προοδευτικά ακατάσχετος λογαριασμός επρόκειτο να εφαρμοσθεί τον Φεβρουάριο του 2020, αλλά η πανδημία ανέστειλε όχι μόνο το μέτρο αλλά και τις κατασχέσεις. Με στόχο τη μείωση της παραοικονομίας αλλά και την αύξηση της εισπραξιμότητας στα ληξιπρόθεσμα χρέη, το σχέδιο που ενεργοποιεί η ΑΑΔΕ προβλέπει την αύξηση του ορίου του ακατάσχετου λογαριασμού πάνω από 1.250 ευρώ εφόσον βέβαια ο οφειλέτης είναι συνεπής στη ρύθμιση που υποχρεούται να κάνει για την τακτοποίηση των χρεών του. Επί της ουσίας, οι οφειλέτες του δημοσίου θα μπορέσουν σταδιακά να ανακτήσουν τον έλεγχο των λογαριασμών τους οι οποίοι λόγω χρεών που έχουν προς το δημόσιο είναι δεσμευμένοι ακόμα και για μελλοντικά υπόλοιπα. Συγκεκριμένα, το σχέδιο προβλέπει σταδιακή αποδέσμευση του τραπεζικού λογαριασμού μετά από κατάσχεση.
Νews ieidiseis και ειδήσεις για την Οικονομία Read More