Περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής της πολιτικής ανακοίνωσε την Πέμπτη (27/10) η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), πράγμα που αρχίζει να προκαλεί εντάσεις με τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης, που ανησυχούν για τους κινδύνους βαθιάς ύφεσης, αναφέρει δημοσίευμα της Le Monde.
Συγκεκριμένα, αύξησε τα επιτόκιά της κατά 0,75 μονάδες στο 1,5%, ένα επίπεδο που δεν έχει παρατηρηθεί από το 2008, σε μια κίνηση που χαρακτηρίστηκε ως «βαρυσήμαντη» από την πρόεδρο της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρτ.
Αυτή είναι η τρίτη αύξηση του καταθετικού επιτοκίου μέσα σε τρεις συνεδριάσεις και η δεύτερη διαδοχική αύξηση 0,75 μονάδων. Ποτέ στην ιστορία της ΕΚΤ, που δημιουργήθηκε το 1998, δεν υπήρξε τόσο γρήγορη σύσφιξη.
Στόχος είναι να «παλέψουμε», είπε η Λαγκάρντ, ενάντια σε «αυτήν την πρωτοφανή άνοδο του πληθωρισμού», που έφτασε το 9,9% τον Σεπτέμβριο στη ζώνη του ευρώ (σε σύγκριση με το 2021).
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου της, η Πρόεδρος της ΕΚΤ υπενθύμισε ότι η εντολή της ήταν η σταθερότητα των τιμών, με στόχο πληθωρισμού 2%. Επομένως, η τρέχουσα σύσφιξη δεν έχει τελειώσει: «Έχουμε σημειώσει σημαντική πρόοδο προς την εξομάλυνση της νομισματικής μας πολιτικής, αλλά δεν έχουμε τελειώσει.
Τουλάχιστον ακόμα μία αύξηση των επιτοκίων αναμένεται στην επόμενη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου, πιθανότατα 2%», εξήγησε. Από εκεί και πέρα, η κυρία Λαγκάρντ αρνείται να δεσμευτεί, αλλά οι χρηματοπιστωτικές αγορές βασίζονται επί του παρόντος σε ένα επιτόκιο που μπορεί να ανέλθει στο 3%.
Ρήξη με τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις – Επικριτικές φωνές και αμφισβήτηση
Οι πολιτικές της ΕΚΤ – παρόμοιες με αυτές όλων των μεγάλων κεντρικών τραπεζών της Δύσης – αρχίζουν να προκαλούν ανησυχία μεταξύ των κυβερνήσεων της ευρωζώνης. Σε μια συνέντευξη στο Les Echos στις 17 Οκτωβρίου, ο Γάλλος ηγέτης, Εμανουέλ Μακρόν, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου: «Ανησυχώ που βλέπω πολλούς ειδικούς και ορισμένους παράγοντες της ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής να μας εξηγούν ότι πρέπει να “σπάσουμε” την ευρωπαϊκή ζήτηση, για να συγκρατήσουμε καλύτερα τον πληθωρισμό. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί.»
Προς αυτή την κατεύθυνση συμφώνησε και η νέα πρόεδρος της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, ανησυχώντας για μια «επικίνδυνη» ενέργεια, η οποία «επηρεάζει τα τραπεζικά δάνεια σε οικογένειες και επιχειρήσεις». Για να μην αναφέρουμε τις «πρόσθετες δυσκολίες για χώρες που, όπως η Ιταλία, έχουν υψηλό δημόσιο χρέος».
Στερεώνοντας την πολιτική της, η ΕΚΤ ουσιαστικά έρχεται σε σύγκρουση με τις κυβερνήσεις. Η αύξηση των επιτοκίων επιδιώκει ακριβώς να επιβραδύνει την «τραπεζική πίστωση», την οποία φοβάται η Μελόνι. Αντίθετα, η Λαγκάρντ προειδοποιεί τις κυβερνήσεις:
«Τα δημοσιονομικά μέτρα για την προστασία της οικονομίας από τις επιπτώσεις των υψηλών τιμών της ενέργειας πρέπει να είναι προσωρινά και να στοχεύουν τους πιο ευάλωτους. Σαφώς, είναι καλύτερο να αποφύγουμε τη γαλλική δασμολογική ασπίδα, η οποία προστατεύει τους πάντες και δεν δίνει κίνητρο για μείωση της κατανάλωσης».
Η ίδια συνέχισε έπειτα ως εξής: «Οι κυβερνήσεις πρέπει να ακολουθήσουν δημοσιονομικές πολιτικές που αποδεικνύουν τη δέσμευσή τους να μειώσουν σταδιακά τους υψηλούς δείκτες δημόσιου χρέους. Δεν είναι πλέον η ώρα να μιλάμε για «ό,τι χρειαστεί», αφού τα δάνεια γίνονται πιο ακριβά.
Η Λαγκάρντ παρουσίασε το Ηνωμένο Βασίλειο ως παράδειγμα, καθώς η χώρα αυτή «βουλιάζει» σε οικονομικό χάος, από τις μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές περικοπές στα τέλη Σεπτεμβρίου.
Η Κριστίν Λαγκάρντ σκιαγραφεί ένα σενάριο όπου η νομισματική σύσφιξη θα συνδυαστεί με δημοσιονομική σύσφιξη, ακόμη και όταν το σοκ του πληθωρισμού μειώνει την αγοραστική δύναμη. «Φυσικά δεν κλείνουμε τα μάτια απέναντι στους κινδύνους της ύφεσης (…) αλλά καταπολεμούμε τον πληθωρισμό σκεπτόμενοι ακριβώς αυτούς που υποφέρουν περισσότερο από αυτόν».
Επισήμανε δε, ότι είναι τα φτωχότερα νοικοκυριά που πλήττονται περισσότερο από την άνοδο των τιμών.
Είναι εγονός ότι η οικονομία της ευρωζώνης κλονίζεται. Στις τελευταίες προβλέψεις της, που εκπονήθηκαν τον Σεπτέμβριο, η ΕΚΤ προέβλεψε ανάπτυξη 0,9% το 2023 για την ευρωζώνη στο κεντρικό της σενάριο και αρνητικό σενάριο -0,9%.
Σήμερα, σύμφωνα με την πρόεδρό της, η πραγματικότητα φαίνεται να βρίσκεται μεταξύ των δύο. Όλοι οι δείκτες επιδεινώνονται: πολύ έντονη πτώση της εμπιστοσύνης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, μείωση των πιστώσεων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, μείωση της βιομηχανικής παραγωγής κ.λπ.
Οι επικριτικές φωνές αμφισβητούν τη λογική της ΕΚΤ, σχολιάζει η Le Monde. Η συγκράτηση του πληθωρισμού είναι πράγματι εντός της εντολής της, αλλά ποιο είναι το νόημα της αύξησης των επιτοκίων, όταν οι αυξανόμενες τιμές προέρχονται από την άνοδο του φυσικού αερίου;
Η ασφυκτική ζήτηση δεν θα αλλάξει τίποτα για τον πόλεμο στην Ουκρανία… «Οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν χαθεί εντελώς», αναφέρει ο Bruno Cavalier, οικονομολόγος στον χρηματοοικονομικό όμιλο Oddo BHF. Υπενθυμίζει δε, ότι ο ρόλος τους είναι συνήθως να καθορίζουν τη νομισματική πολιτική «με το βλέμμα προς το μέλλον», αλλά «σήμερα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο».
Σύμφωνα με τον ίδιο, η ΕΚΤ αντιδρά μόνο καθυστερημένα σε μια άνοδο των τιμών, έναντι της οποίας δεν μπορεί να κάνει πολλά, πράγμα που είναι πιθανό να επιδεινώσει την κατάσταση.
Νews ieidiseis και ειδήσεις για την Οικονομία Read More