«Το Εθνικό είναι και θα είναι εδώ» τόνισε στη πρώτη του συνέντευξη Τύπου (από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντα του) ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής της πρώτης κρατικής σκηνής, Γιάννης Μόσχος, αναφερόμενος στα 90 χρόνια που συμπληρώνει φέτος ο οργανισμός και επισημαίνοντας ότι το Εθνικό παραμένει διαχρονικά ένας βασικός πυλώνας της ελληνικής θεατρικής ζωής.
Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε με αφορμή την παρουσίαση των καλοκαιρινών παραγωγών του Εθνικού στην Επίδαυρο, καθώς και μέρους του νέου καλλιτεχνικού προγραμματισμού για τη θεατρική σεζόν 2022-2023, o οποίος περιλαμβάνει ένα πολυσυλλεκτικό ρεπερτόριο, Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, κλασικών και σύγχρονων, ενώ παράλληλα διερευνά νέες δραματουργικές φόρμες.
Ο Γιάννης Μόσχος ανακοίνωσε τη νέα φυσιογνωμία των σκηνών που θα φιλοξενήσουν το ρεπερτόριο της ερχόμενης σεζόν, καθώς και την επανασύσταση της Πειραματικής Σκηνής, την επαναλειτουργία του διεθνούς εργαστηρίου αρχαίου δράματος στους Δελφούς, τη συνεργασία με το Θέατρο Τέχνης και τη συνέχιση των κοινωνικών δράσεων του Θεάτρου.
«Το Εθνικό Θέατρο ανήκει σε όλους μας, γι’ αυτό και οφείλει να είναι ανοιχτό σε όλα τα άτομα, όλων των ηλικιών, όλων των χρωμάτων, όλων των φύλων, όλων των σεξουαλικών προσανατολισμών, όλων των σωματικών ιδιαιτεροτήτων, όλων των αισθητικών και ιδεολογικών αντιλήψεων, όλων των διαφορών που κάνουν τον καθένα από εμάς μοναδικό», ανέφερε ο Γιάννης Μόσχος, επισημαίνοντας, επίσης, τη σημασία ύπαρξης συνέχειας στην ιστορική πορεία του θεσμού: «Το Εθνικό οφείλει να έχει συνέχεια, πιστεύω, ο εκάστοτε νέος διευθυντής του δεν καλείται να γκρεμίσει και να ξαναχτίσει τα πράγματα από την αρχή, αλλά να υιοθετήσει όλες τις θετικές μεταβολές προηγούμενων καλλιτεχνικών διευθύνσεων και, φυσικά, να εξελίξει τον οργανισμό εμπλουτίζοντας τη δραστηριότητά του με νέες πρωτοβουλίες και δίνοντας το δικό του καλλιτεχνικό στίγμα, χωρίς όμως να απαξιώνονται οι προσπάθειες που προηγήθηκαν. Το Εθνικό Θέατρο είναι οι άνθρωποί του, είναι οι εργαζόμενοι του, είναι όλοι αυτοί οι λαμπροί καλλιτέχνες με τους οποίους συνεργάστηκε τα τελευταία 90 χρόνια, αλλά και όλο το τεχνικό και διοικητικό προσωπικό που εργάζεται, αφανώς, πίσω από τη σκηνή. Οι άνθρωποί του είναι η παρακαταθήκη του, το παρόν, παρελθόν και μέλλον του».
Ανοίγοντας τη συνέντευξη ο Υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Νικόλας Γιατρομανωλάκης σημείωσε ότι έχουν γίνει κινήσεις ώστε το Εθνικό να ενταχθεί σε προγράμματα του ταμείου ανάκαμψης που ανέρχονται σε περισσότερα από 7,5 εκατ. ευρώ, τα οποία θα διοχετευτούν κυρίως στην αναβάθμιση του κτιρίου του Rex. Ακόμη, όπως ανέφερε, πολιτεία και θέατρο προσανατολίζονται από κοινού σε δράσεις όπως η διοργάνωση residencies για Έλληνες καλλιτέχνες στο εξωτερικό και αντιστρόφως, showcase παραστάσεων του θεάτρου που θα στοχεύσει στην εξωστρέφειά του, ενώ, όπως ανακοινώθηκε, το Εθνικό θα πάρει μέρος και στη δράση του Υπουργείου Υγείας για την πολιτιστική συνταγογράφηση.
[adrotate group=”4″]
Αναφερόμενος στην ιδρυτική ομιλία που έδωσε προς τους ηθοποιούς ο πρώτος σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου, Φώτος Πολίτης, το 1932, ο Γιάννης Μόσχος επεσήμανε ότι σήμερα, ενενήντα χρόνια αργότερα, οι στόχοι παραμένουν οι ίδιοι, σημειώνοντας ότι προκειμένου το Εθνικό να υπηρετήσει τους σκοπούς του θα πρέπει να υπερασπίζεται το θέατρο συνόλου, να λειτουργεί ως ένα πολυσυλλεκτικό θέατρο που ενσωματώνει όλες τις τάσεις του ελληνικού θεατρικού τοπίου, χωρίς αποκλεισμούς, να δίνει βήμα σε όλες τις γενιές, να προωθεί την ελληνική θεατρική γραφή, να προάγει την παρουσία του ελληνικού θεάτρου στη διεθνή σκηνή, καθώς και να συμβάλλει ευρύτερα στη θεατρική και καλλιτεχνική παιδεία της χώρας, όχι μόνο μέσω των παραστάσεών του, αλλά και μέσω άλλων κοινωνικών δράσεων και προγραμμάτων που ωφελούν το σύνολο της κοινωνίας.
Οι καλοκαιρινές παραγωγές
Με τη «Μήδεια» του Μποστ σε σκηνοθεσία του Γιάννη Καλαβριανού (8-9/7) κατεβαίνει το Εθνικό στην Επίδαυρο. Με έναν εκλεκτό 20μελή θίασο και μια μη αναμενόμενη ορχήστρα εγχόρδων με τέσσερις μουσικούς επί σκηνής, σε ένα σκηνικό που θυμίζει χρυσό ερειπιώνα η σκηνοθεσία με παιγνιώδη διάθεση βουτά στην ανελέητη κωμωδία του σπουδαίου συγγραφέα. Αντλώντας έμπνευση από την αισθητική του δημιουργού της και προσπαθώντας να προσεγγίσει την καθαρότητα της γελοιογραφίας, η παράσταση επιχειρεί μια κατάδυση στο καλλιτεχνικό σύμπαν του Μποστ.
«Το πρώτο πράγμα που σε τραβάει στο έργο είναι η γλώσσα του. Ο λόγος του, αν και απλός, είναι έτσι φτιαγμένος που σε αιφνιδιάζει με την άρρηκτη σύνδεσή του με το παρόν, με τη δική μας ζωή μας, με τις δικές μας αγωνίες» σημειώνει ο Γιάννης Καλαβριανός.
Διαβάστε περισσότερα στο clickatlife