Η όξυνση της τουρκικής επιθετικότητας είναι το βασικό θέμα που απασχολεί τον Αλέξη Τσίπρα το τελευταίο διάστημα, καθώς πιστεύει ότι ο Ερντογάν θα κλιμακώσει ακόμα περισσότερο τη σκληρή ρητορική του, ενώ παράλληλα θα επιχειρήσει ελιγμούς έτσι ώστε να καταστήσει τον εαυτό του «αναγκαίο» για το Βορειοατλαντικό στρατόπεδο.
Με δεδομένη αυτή την εκτίμηση, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζει σε όλους του τους συνομιλητές την ανάγκη να υπάρξει μεγάλη διπλωματική κινητικότητα από την ελληνική πλευρά, για να μπλοκάρει τις επιδιώξεις του τούρκο Προέδρου.
Το μείζον για την ελληνική διπλωματία είναι κατά τον Αλέξη Τσίπρα το να καταφέρει να αποσπάσει χειροπιαστές διεθνείς εγγυήσεις – στα πλαίσια, πάντα, του δυνατού. Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που έχει ασκήσει δριμύτατη κριτική στους κυβερνητικούς χειρισμούς, ως προς τη στρατηγική που αναπτύσσει σε αυτό το ζήτημα.
Και κυρίως στον τρόπο που χειρίζεται τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, αφού η τακτική του «πρόθυμου και δεδομένου συμμάχου», αλλά και του «προκεχωρημένου φυλακίου της Δύσης», δεν δείχνουν να πετυχαίνουν τα αναμενόμενα για τα ελληνικά συμφέροντα, αποτελέσματα.
«Όχι» στα τουρκικά F16
Στην παρούσα φάση, με το διεθνές περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί και με την τουρκική επιθετικότητα να βρίσκεται σε πλήρη έξαρση, ο Αλέξης Τσίπρας θεωρεί ότι θα πρέπει να σταματήσει κάθε συζήτηση για την αναβάθμιση των τουρκικών F-16.
Το θέμα αυτό βρίσκεται πάντα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και την Αθήνα, ενώ το τελευταίο διάστημα υπάρχουν πληροφορίες που αναφέρουν ότι οι ΗΠΑ δεν είναι, πλέον, και τόσο αρνητικές στο να ξεμπλοκάρουν το συγκεκριμένο πρόγραμμα.
Επομένως, αυτό είναι το βασικό θέμα που σκοπεύει να θέσει στη συνάντηση που θα έχει σήμερα το μεσημέρι, στη Βουλή, με τον νέο αμερικανό πρέσβη στην Αθήνα, Τζορτζ Τσούνη. Η θέση Τσίπρα είναι ότι θα πρέπει να υπάρξει πίεση προς τις Ηνωμένες Πολιτείες από όλες τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας προς αυτή τη κατεύθυνση. Και αυτό σκοπεύει να κάνει και ο ίδιος.
Πάντως, η ανησυχία του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ μεγαλώνει, όσο υπάρχουν συμμαχικές αναφορές ίσων αποστάσεων ή ακόμα χειρότερα, δηλώσεις που «στρώνουν το χαλί» προς αυτή την εξέλιξη – όπως η πρόσφατη του γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γιενς Στόλτεμπεργκ.
«Ξεκάθαρες εγγυήσεις ασφαλείας»
Ένα ακόμα ζήτημα που αναμένεται να τεθεί στη συζήτηση με τον Τζορτς Τσούνη, είναι η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, μετά τα αιτήματα που κατέθεσαν από κοινού η Σουηδία με τη Φινλανδία. Το ότι η ένταξη των δύο χωρών στη συμμαχία έχει μπει σε ένα «ανατολίτικο παζάρι» ανάμεσα στη Τουρκία και στις ΗΠΑ, είναι ηλίου φαεινότερο.
Ο Ταγίπ Ερντογάν μπλοκάρει με διάφορα προσχήματα την είσοδο τους στο ΝΑΤΟ, επιδιώκοντας προφανώς να λάβει ανταλλάγματα για να πει το πολυπόθητο για την Ουάσιγκτον, «ναι».
Η θέση Τσίπρα για το εν λόγω θέμα είναι σαφής. Δεν μπορεί η ελληνική πλευρά να παρακολουθεί αμήχανα τις εξελίξεις. Ο ίδιος, άλλωστε, ξεκαθάρισε τόσο στην φινλανδή πρωθυπουργό κατά την πρόσφατη συνάντηση τους στην Αθήνα, όσο και σε αξιωματούχους της χώρας που επισκέφτηκαν την Ελλάδα, ότι τυχόν ένταξη της στο ΝΑΤΟ με τρόπο που να βλάπτει τα Ελληνικά εθνικά συμφέροντα δεν θα γίνει αποδεκτή.
Τι σημαίνει αυτό σε απλά ελληνικά; Ότι η Αθήνα δεν μπορεί να αποδεχθεί την άρση της τουρκικής άρνησης, σε περίπτωση που αυτή συνοδευτεί με στήριξη της Άγκυρας – κυρίως σε ζητήματα εξοπλιστικά, αλλά και διπλωματικά. Μια τέτοια εξέλιξη, θα ισοδυναμούσε με ουσιαστική στήριξη της αναθεωρητικής πολιτικής Ερντογάν.
Όπως εξηγούν οι στενοί συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα, δεν είναι δυνατόν να ζητάει το ΝΑΤΟ από την Ελλάδα να δώσει εγγυήσεις ασφαλείας σε δύο χώρες μη μέλη του, που θεωρούν ότι απειλούνται από μία άλλη χώρα, επίσης μη μέλος της συμμαχίας. Και αυτό γιατί την ίδια στιγμή το ΝΑΤΟ δεν παρέχει εγγυήσεις ασφαλείας σε μία χώρα μέλος του, που ζει εδώ και σχεδόν 30 χρόνια υπό την απειλή πολέμου από την πλευρά μίας άλλης συμμαχικής χώρας.
Στον απόηχο του «όχι» στη Συμφωνία
Η συνάντηση Τσίπρα-Τσούνη, θα πραγματοποιηθεί στον απόηχο του πρόσφατου «όχι» που είπε στη Βουλή ο ΣΥΡΙΖΑ για τη νέα ελληνοαμερικανική Συμφωνία. Αν και η όλη ιστορία ανήκει, πλέον, στο παρελθόν, καθώς ο είχε συζητηθεί και με τον προκάτοχο του Τζορτζ Τσούνη, Τζέφρι Πάιατ, είναι μία παράμετρος που δεν μπορεί να μην υπογραμμισθεί.
Πηγές από την Κουμουνδούρου υπενθύμιζαν ότι ήταν η δική τους κυβέρνηση που αναβάθμισε τις σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, ξεκινώντας τον στρατηγικό διάλογο ανάμεσα στις δύο χώρες. Επίσης, συμπληρώνουν ότι η αναβάθμιση της χώρας μας στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου, ήρθε μέσω των τριμερών συμμαχιών με Κύπρο-Ισραήλ και Κύπρο-Αίγυπτο, στις οποίες συμμετέχουν και οι ΗΠΑ, πάλι με ενέργειες των κυβερνήσεων Τσίπρα.
Πηγή Newsbomb.gr