Με τη δίκη του πρόταση και με σαφή στόχευση τον αποκλεισμό καταδικασμένων νεοναζί και του Ηλία Κασιδιάρη ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από τις εκλογές επιχειρεί να συσπειρώσει γυρίσω από τη νομοθετική του πρωτοβουλία όλες τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις, καθώς και να αποτρέψει τυχόν διευρυμένες ερμηνείες από την «απαράδεκτη», όπως χαρακτηρίζεται, αντίστοιχη πρόταση της ΝΔ δια χειρός Γεραπετρίτη.
Υπενθυμίζεται ότι η τροπολογία της ΝΔ που αποκάλυψε το iEidiseis την περασμένη εβδομάδα προκάλεσε έντονες αντιδράσεις τόσο των κομμάτων της Αριστεράς όσο όμως και του νομικού και συνταγματικού κόσμου, καθώς έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για την αντισυνταγματικότητα της ρύθμισης, γεγονός που μπορεί δυνητικά να φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά τα οποία υποτίθεται ότι επιδιώκει αφού η απαγόρευση κόμματος δεν συμβαδίζει με την Συνταγματική πρόβλεψη.
Εξίσου βασικό ωστόσο είναι το ζήτημα που τίθεται από την κερκόπορτα που ανοίγει η ασάφεια και η γενικότητα της διατύπωσης στην τροπολογία της ΝΔ για για διευρυμένες ερμηνείες και εξίσωση του ναζισμού με οποιαδήποτε άλλη πολιτική ιδεολογία.
Στην Ευρώπη άλλωστε σε ουκ ολίγες περιπτώσεις, ιδίως στο Βίζενγκραντ και στα κράτη της πρώην ΕΣΣΔ, έχει επικρατήσει η ανιστόρητη και επικίνδυνη θεωρία των δυο άκρων που συμψηφίζει το ναζισμό με τον κομμουνισμό, οδηγώντας σε απαγορεύσεις ακόμα και συνδικαλιστικών ή οργανώσεων για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. όπως έγινε γνωστό ήδη από την περασμένη εβδομάδα θα καταθέσει τις αμέσως επόμενες ημέρες την δική του πρόταση νόμου «Για την προστασία της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος στις εκλογές».
Υπενθυμίζεται ότι η κριτική της Κουμουνδούρου επικεντρώθηκε στα εξής τρία σημεία:
– Η λέξη «ιδίως» που χρησιμοποιείται αφήνει να ληφθούν υπόψιν και άλλα κριτήρια που δεν κατονομάζονται, εκτός από τις ποινικές καταδίκες για τα καταδικασμένα μέλη της Χρυσής Αυγής
– Η αόριστη και φαινομενικά ουδέτερη διατύπωση υποδηλώνει ότι δεν στρέφεται αποκλειστικά κατά καταδικασμένων νεοναζί
– Δεν προβλέπεται τίποτα και ως προς τα αποδεικτικά μέσα με τα οποία ο Άρειος Πάγος θα κρίνει ότι ένα κόμμα δεν εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Τι προβλέπει η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ- Π.Σ.
Στην νομοθετική πρόταση της Κουμουνδούρου επισημαίνεται ότι στο άρθρο 29 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι η ίδρυση πολιτικών κομμάτων είναι ελεύθερη, όμως η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η συνταγματική διάταξη δεν προβλέπει τη δυνατότητα απαγόρευσης λειτουργίας πολιτικού κόμματος. Προς το σκοπό προστασίας της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, ωστόσο, ο εκλογικός νόμος μπορεί να θέσει υπό όρους τη συμμετοχή του σε εκλογές με την κατάρτιση συνδυασμού υποψηφίων. Ως εκ τούτου, η πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης προβλέπει την εξής διατύπωση:
«Δεν έχουν δικαίωμα κατάρτισης συνδυασμών πολιτικά κόμματα η οργάνωση και δράση των οποίων δεν εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος κατά την έννοια του άρθρου 29 παρ. 1 του Συντάγματος». Όπως διευκρινίζεται, τέτοια είναι πολιτικά κόμματα των οποίων «οι καταστατικές διατάξεις ή ιδεολογικές διακηρύξεις ή η πολιτική δράση υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου, χαρακτηριστικά φύλου ή την αναπηρία, καθώς επίσης κόμματα των οποίων ο επικεφαλής ή μέλος οργάνου διοίκησης έχει καταδικαστεί, ακόμα και πρωτοδίκως, για τα εγκλήματα των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα».
Η δικλείδα ασφαλείας προκειμένου να μην επιχειρηθούν γενικεύσεις, είναι η σαφής αναφορά στο ναζιστικό και ρατσιστικό χαρακτήρα του κόμματος: «Η περίπτωση αυτή συντρέχει ακόμα και για απλό μέλος, εάν έχει τελέσει εγκλήματα του προηγούμενου εδαφίου με ναζιστικό ή ρατσιστικό κίνητρο, στο πλαίσιο δράσης κόμματος ή στο όνομά του». Ο έλεγχος, προβλέπεται να γίνεται αυταπαγγέλτως από το Α1 Τμήμα του Αρείου Πάγου ενώ αναφέρεται η δυνατότητα να παρέχονται επιπλέον στοιχεία τεκμηρίωσης προς υποβοήθηση της κρίσης του από πολιτικά κόμματα, ενώσεις προσώπων ή άλλες οργανώσεις της κοινωνίας της πολιτών αλλά και κάθε εκλογέα.
Σύμφωνα και με την αιτιολογική έκθεση, η προτεινόμενη ρύθμιση τίθεται με πλήρη σεβασμό στις συνταγματικές επιταγές. Αφενός, δεδομένου ότι δεν θεσπίζεται απαγόρευση πολιτικού κόμματος αλλά μόνο αναστολή του δικαιώματος κατάρτισης συνδυασμών για όσο χρόνο συντρέχουν οι περιπτώσεις αποκλεισμού του δικαιώματος αυτού, ένα κόμμα θα μπορέσει να συμμετάσχει στις εκλογές εάν είτε εμπράκτως και αποδεδειγμένα απαλείψει κάθε καταστατική διάταξη ή ιδεολογική διακήρυξη και εγκαταλείψει και αποκηρύξει κάθε πολιτική δράση που εμπίπτει στον αντιρατσιστικό νόμο είτε αποπέμψει καταδικασθέν για τα προβλεπόμενα αδικήματα μέλος του ή, αυτονοήτως, εάν ανατραπεί η καταδίκη του. Αφετέρου, και δεδομένου ότι κατά το άρθρο 51 παρ. 3 του Συντάγματος στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων μόνο ως συνέπεια αμετάκλητης ποινικής καταδίκης είναι επιτρεπτή, η στέρηση του δικαιώματος ορισμένου κόμματος να καταρτίσει συνδυασμούς λόγω συμμετοχής σε αυτό προσώπου που έχει καταδικαστεί για τα προβλεπόμενα αδικήματα δεν αποκλείει το δικαίωμα του συγκεκριμένου προσώπου, όσο η καταδίκη του δεν έχει καταστεί αμετάκλητη, να συμμετέχει στις εκλογές ως μεμονωμένος υποψήφιος.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ Read More