Οι τοξικοί ρύποι που απελευθερώνονται κατά την καύση φυσικού αερίου θέτουν σε κίνδυνο εκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους από ό,τι εκτιμούσαν οι ειδικοί, σύμφωνα με έρευνα του BBC. Η καύση αερίων κατά τη διάρκεια της γεώτρησης πετρελαίου (flaring), πραγματοποιείται σε όλο τον Κόλπο, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ) που φιλοξενούν την COP28. Η έρευνα του BBC δείχνει ότι η ρύπανση εξαπλώνεται εκατοντάδες χιλιόμετρα, επιδεινώνοντας την ποιότητα του αέρα σε ολόκληρη την περιοχή.
Τα ΗΑΕ απαγόρευσαν την καύση αερίων πριν από 20 χρόνια, αλλά οι δορυφορικές εικόνες δείχνουν ότι συνεχίζεται, παρά τις πιθανές συνέπειες για την υγεία των κατοίκων τους και εκείνων των γειτονικών χωρών. Στο πλαίσιο της μελέτης αναλύθηκε επίσης η ρύπανση από πηγάδια στο Ιράκ, το Ιράν και το Κουβέιτ. Όλες οι εμπλεκόμενες χώρες είτε αρνήθηκαν να σχολιάσουν είτε δεν απάντησαν σε αίτημα του BBC.
Οι πετρελαϊκές εταιρείες που διαχειρίζονται τις εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της BP και της Shell, στις οποίες γινόταν καύση, δήλωσαν ότι εργάζονται για τη μείωση της πρακτικής αυτής.
Τη Δευτέρα (27/11), το BBC αποκάλυψε πώς τα ΗΑΕ σχεδίαζαν να χρησιμοποιήσουν το ρόλο τους ως οικοδεσπότες των συνομιλιών του ΟΗΕ για το κλίμα για να συνάψουν συμφωνίες για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.
«Είναι πολύ ανησυχητικό. Οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες και τα κράτη της Μέσης Ανατολής παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα εκατομμυρίων ανθρώπων, καθώς δεν αντιμετωπίζουν την ατμοσφαιρική ρύπανση από τα ορυκτά καύσιμα», δήλωσε στο BBC ο Ντέιβιντ Μπόιντ, ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον.
«Παρά τον τεράστιο ανθρώπινο πόνο, οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες και τα πετρελαϊκά κράτη συνεχίζουν τις συνήθεις επιχειρηματικές δραστηριότητες με πλήρη ατιμωρησία και μηδενική λογοδοσία», τόνισε.
Η πρακτική αυτή μπορεί να αποφευχθεί και το αέριο μπορεί να συλλεχθεί και να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ή για τη θέρμανση κατοικιών. Οι ρύποι από την καύση περιλαμβάνουν τα PM2.5, το όζον, το NO2 και το βενζο(α)πυρένιο (BaP), τα οποία σε υψηλά επίπεδα ή συνεχιζόμενη έκθεση, έχουν συνδεθεί με εγκεφαλικά επεισόδια, καρκίνο, άσθμα και καρδιακές παθήσεις σύμφωνα με διεθνείς εμπειρογνώμονες, συμπεριλαμβανομένου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Η παγκόσμια καύση αποτελεί επίσης σημαντική πηγή των αερίων του θερμοκηπίου που υπερθερμαίνουν τον πλανήτη. Κάθε φορά που καίγεται φυσικό αέριο απελευθερώνει μια ορισμένη ποσότητα ρύπανσης. Σε συνεργασία με το BBC Arabic, οι περιβαλλοντικοί επιστήμονες συνδύασαν αυτές τις πληροφορίες με τον όγκο του αερίου που εκτοξεύεται – τον οποίο δημοσιεύει η Παγκόσμια Τράπεζα – για να υπολογίσουν τη συνολική ρύπανση. Στη συνέχεια, υπολόγισαν πώς μετακινούνται τα αέρια στην περιοχή, με τη βοήθεια προσομοίωσης που βασίστηκε στις τρέχουσες καιρικές συνθήκες. Το μοντέλο έδειξε ότι τρία υπεράκτια κοιτάσματα στα ΗΑΕ αυξάνουν την ατμοσφαιρική ρύπανση στο Ντουμπάι και το Άμπου Ντάμπι, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά.
Μελέτες έχουν δείξει ότι τα παιδιά που εκτίθενται σε αυξημένα επίπεδα PM2.5 είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν άσθμα και επίμονο συριγμό σε σχέση με εκείνα που δεν εκτίθενται. Οι αναπνευστικές παθήσεις είναι μία από τις κύριες αιτίες θανάτου στην περιοχή, με τα ποσοστά άσθματος στα ΗΑΕ να είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο.
Τα κοιτάσματα πετρελαίου στο Ιράκ και το Κουβέιτ έχουν πολύπλοκες δομές ιδιοκτησίας, επιτρέποντας στις διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες όπως η Eni, η Lukoil και η BP που εργάζονται εδώ να μην δηλώνουν όλες τις εκπομπές από τις δραστηριότητές τους. Η BP είναι ένας από τους κορυφαίους εργολάβους που εργάζονται στο πετρελαϊκό πεδίο Rumaila και για την Kuwait Oil Company, η οποία είναι υπεύθυνη για το 82% της καύσης στη χώρα.
«Όπως έχουμε δηλώσει και στο παρελθόν, η BP δεν είναι και δεν ήταν ποτέ ο διαχειριστής του κοιτάσματος Rumaila. Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε ενεργά τον κύριο ανάδοχο στο έργο του να βοηθήσει τον φορέα εκμετάλλευσης του πεδίου να μειώσει την καύση και τις εκπομπές», δήλωσε στο BBC η BP.
Αντί να καίγεται το αέριο, θα μπορούσε να συλλεχθεί και να χρησιμοποιηθεί για την ηλεκτροδότηση των σπιτιών των ανθρώπων, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Το αρχικό κόστος εγκατάστασης της τεχνολογίας είναι υψηλό – η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι σε παγκόσμιο επίπεδο θα κόστιζε 100 δισ. δολάρια. Ωστόσο, αν συλλεχθεί και πωληθεί το αέριο, θα μπορούσε να αποφέρει 16 δισ. δολάρια ετησίως.
ΠΗΓΗ: BBC
www.ertnews.gr