Η φλεγμονή, η οποία συχνά θεωρείται ότι είναι μόνο επιβλαβής, είναι μια από τις υπερδυνάμεις του ανθρώπινου οργανισμού, καθώς παίζει καθοριστικό ρόλο στην καταπολέμηση των λοιμώξεων και στην επούλωση των πληγών. Ορισμένοι επιστήμονες αναπτύσσουν νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις στη διαχείριση της φλεγμονής, επαναπρογραμματίζοντάς την.
«Αν δεν έχετε φλεγμονή, τότε πεθαίνετε», δήλωσε στο Live Science ο Εντ Ρέινγκερ, ερευνητής που μελετά τη χρόνια φλεγμονή στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ στο Ηνωμένο Βασίλειο. «Είναι τόσο απλό», πρόσθεσε.
Ωστόσο, η χρόνια φλεγμονή συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης αυτοάνοσων ασθενειών, διαβήτη και καρδιαγγειακών νοσημάτων. Στο παρελθόν, οι γιατροί προσπαθούσαν να θεραπεύσουν αυτές τις ασθένειες εξαλείφοντας τη φλεγμονή, μιας πρακτική που έχει δυσάρεστες παρενέργειες και δεν είναι πάντα αποτελεσματική. Σήμερα, ορισμένοι επιστήμονες σχεδιάζουν νέες θεραπείες που δεν εξαλείφουν εντελώς τη φλεγμονή, αλλά επαναπρογραμματίζουν τα κύτταρα που την τροφοδοτούν. Ανάλογα με το πλαίσιο, η φλεγμονή μπορεί να θεωρηθεί χρήσιμη ή επιβλαβής, αλλά χάρη στη νέα έρευνα, μπορεί να τεθεί ξανά υπό έλεγχο.
«Αν μπορείτε να το κάνετε αυτό, τότε μπορείτε να αφήσετε το ανοσοποιητικό σύστημα και τη φλεγμονώδη αντίδραση να συνεχίσουν να λειτουργούν φυσιολογικά», δήλωσε ο Ρέινγκερ.
Οξεία και χρόνια φλεγμονή
Η φλεγμονή είναι η φυσική αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος σε τραυματισμό, μόλυνση ή στρες.
«Ο σκοπός της φλεγμονής είναι να ελέγξει μια μόλυνση, να σταματήσει την εξάπλωσή της και στη συνέχεια να επιτρέψει την έναρξη της διαδικασίας επούλωσης», δήλωσε στο Live Science ο Ρόμπερτ Άντονι, αναπληρωτής καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.
Στην περίπτωση της οξείας φλεγμονής, τα κατεστραμμένα κύτταρα στέλνουν σήματα κινδύνου που προσελκύουν τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος στο σημείο της επίθεσης. Αυτοί οι πρώτοι ανταποκριτές περιλαμβάνουν τα μακροφάγα που καταβροχθίζουν τους επιβλαβείς εισβολείς, και τα ουδετερόφιλα, τα οποία παγιδεύουν και σκοτώνουν αυτούς τους εχθρούς. Μόλις ενεργοποιηθούν, τα κύτταρα αυτά παράγουν χημικές ουσίες που ονομάζονται κυτταροκίνες, οι οποίες ενισχύουν τη φλεγμονή σε έναν θετικό βρόχο ανατροφοδότησης. Καθώς αυτή η οξεία φλεγμονή μαίνεται, το ανοσοποιητικό σύστημα μαθαίνει να στοχεύει πιο επιλεκτικά τον εχθρό.
Κανονικά, η οξεία φλεγμονή κορυφώνεται περίπου επτά ημέρες μετά την αρχική επίθεση και αρχίζει να υποχωρεί περίπου τρεις ημέρες αργότερα, δήλωσε ο Άντονι. Ταυτόχρονα, ορισμένα κύτταρα συμβάλλουν στην επούλωση των πληγών, εκκρίνοντας αντιφλεγμονώδη σήματα και προωθώντας το σχηματισμό νέων αιμοφόρων αγγείων και συνδετικού ιστού.
Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακριβώς πώς ο οργανισμός εξουδετερώνει την οξεία φλεγμονή. Μερικές φορές, όταν το ανοσοποιητικό σύστημα δεν μπορεί να ελέγξει πλήρως μια λοίμωξη, επιλέγει να μην το κάνει. Τότε, η φλεγμονή μπορεί να γίνει επιβλαβής.
«Εάν σταματήσετε αυτή τη μετάβαση περίπου την 10η ημέρα, τότε γίνεται χρόνια», εξήγησε ο ερευνητής.
Στη χρόνια φλεγμονή, τα ουδετερόφιλα, τα μακροφάγα και άλλα λευκά αιμοσφαίρια παραμένουν στο σημείο της φλεγμονής και παράγουν κυτταροκίνες οι οποίες την ενισχύουν. Τα φλεγμονώδη κύτταρα παράγουν επίσης αυξητικούς παράγοντες που τροφοδοτούν την κυτταρική διαίρεση και ένζυμα που προκαλούν βλάβες στους ιστούς, οι οποίοι στη συνέχεια στέλνουν περισσότερα σήματα κινδύνου.
Η χρόνια φλεγμονή συνδέεται με ασθένειες, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η κίρρωση, οι σοβαρές ουλές στο ήπαρ, η αθηροσκλήρωση και οι πλάκες στα αιμοφόρα αγγεία που μπορεί να οδηγήσουν σε καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο κυτταρικός πολλαπλασιασμός και η μετάλλαξη που προκαλείται από τη χρόνια φλεγμονή μπορεί να δημιουργήσει το ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξη καρκίνου.
Εξειδικευμένα κύτταρα
Ωστόσο, για να αντιμετωπιστεί το βασικό πρόβλημα στις φλεγμονώδεις ασθένειες, πρέπει να γνωρίζουμε τα κρίσιμα κύτταρα στον εκάστοτε ιστό, δήλωσε στο Live Science ο Δρ. Κρις Μπάκλεϊ, καθηγητής ρευματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Για παράδειγμα, στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, τα λευκά αιμοσφαίρια που αποτελούν μέρος του προσαρμοστικού ανοσοποιητικού συστήματος στοχεύουν λανθασμένα τον ιστό της άρθρωσης. Αυτά τα λευκά αιμοσφαίρια ενεργοποιούν τα μακροφάγα και τα κύτταρα που σχηματίζουν συνδετικό ιστό και ονομάζονται ινοβλάστες, τα οποία τροφοδοτούν τη φλεγμονή των αρθρώσεων. Οι συνήθεις θεραπείες της νόσου στοχεύουν τα αθέμιτα λευκά αιμοσφαίρια. Ωστόσο, μόνο το 50% των ασθενών επιτυγχάνουν ύφεση.
Το 2019 ο Μπάκλεϊ και οι συνεργάτες του εντόπισαν έναν τύπο ινοβλαστών στην άρθρωση που ευθύνεται για τη φλεγμονή στη ρευματοειδή αρθρίτιδα και έναν άλλο που συμβάλλει στη βλάβη των οστών και του χόνδρου στην οστεοαρθρίτιδα. Αυτό εγείρει ελπίδες για την ανεύρεση νέων θεραπειών οι οποίες θα στοχεύουν τους ινοβλάστες που είναι μοναδικοί σε κάθε πάθηση: τους φλεγμονώδεις ινοβλάστες στη ρευματοειδή αρθρίτιδα και τους ινοβλάστες που προκαλούν βλάβες στα οστά και τους χόνδρους στην οστεοαρθρίτιδα.
Στην περίπτωση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, για παράδειγμα, αν μπορούσαν να στοχεύσουν και τα λευκά αιμοσφαίρια και και τους ινοβλάστες, θα μπορούσαν να επιτύχουν 100% ύφεση, δήλωσε ο Μπάκλεϊ.
Η συγκεκριμένη θεραπεία βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο. Ωστόσο, το 2021, ένα φάρμακο που ονομάζεται seliciclib, το οποίο καταστέλλει τον πολλαπλασιασμό των ινοβλαστών στις αρθρώσεις, κρίθηκε ασφαλές σε κλινική δοκιμή Φάσης Ι σε 15 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα, ανοίγοντας το δρόμο για μελλοντικές δοκιμές για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του φαρμάκου.
Σε ορισμένες χρόνιες ασθένειες, οι επιστήμονες αναπτύσσουν θεραπείες που διεγείρουν τη φλεγμονή. Στον καρκίνο, για παράδειγμα, τα μακροφάγα μεταναστεύουν στους όγκους και τους επιτίθενται, αλλά τα καρκινικά κύτταρα καταλαμβάνουν αυτή τη διαδικασία, απελευθερώνοντας χημικές ουσίες που προκαλούν τη μετάβαση των μακροφάγων από τον προφλεγμονώδη τύπο Μ1, στον αναγεννητικό τύπο Μ2, ο οποίος καταστέλλει τη φλεγμονή και προωθεί την ανάπτυξη του όγκου.
Με βάση αυτή την πληροφορία, η Δρ. Γιάρα Αμπντού, επίκουρη καθηγήτρια ογκολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας και οι συνεργάτες της αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν έναν ιό για να εκπαιδεύσουν τα μακροφάγα των καρκινοπαθών να αναγνωρίζουν και να επιτίθενται στα καρκινικά κύτταρα, δρώντας ουσιαστικά σαν μακροφάγα Μ1. Το 2022, τα πρώτα αποτελέσματα μιας εν εξελίξει κλινικής δοκιμής Φάσης Ι σε 18 ασθενείς με διάφορους τύπους συμπαγούς καρκίνου – συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του μαστού, των ωοθηκών και του οισοφάγου – έδειξαν ότι η θεραπεία με τα επαναπρογραμματισμένα μακροφάγα, που ονομάζονται CT-0508, ήταν ασφαλής και είχε ελπιδοφόρα αποτελέσματα.
«Καταφέραμε επίσης να δούμε ότι το CT-0508 μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή στο μικροπεριβάλλον του όγκου», δήλωσε η Αμπντού στο Live Science. Αυτά τα μακροφάγα στρατολόγησαν και ενεργοποίησαν άλλα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος που είναι επιφορτισμένα με την καταστροφή του καρκίνου.
Περισσότερα δεδομένα από τη δοκιμή θα δημοσιοποιηθούν το 2024, δήλωσε η ερευνήτρια. Η ομάδα σχεδιάζει να δοκιμάσει μια εναλλακτική εκδοχή αυτής της θεραπείας που ονομάζεται CT-0525, η οποία χρησιμοποιεί επαναπρογραμματισμένα μονοκύτταρα αντί για μακροφάγα, σε μια κλινική δοκιμή φάσης Ι το 2024.
ΠΗΓΗ: Live Science
www.ertnews.gr