Ο εξορθολογισμός της φαρμακευτικής πολιτικής και η λελογισμένη αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης αποτελούν «κλειδί» για τη διάσωση της καινοτομίας και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, δηλώνει στο newsit.gr ο Ηλίας Κοντούδης, Επικεφαλής Μarket Access στον Τομέα Φαρμάκων της Bayer Ελλάς.
Σύμφωνα με τον κ. Κοντούδη, η χρήση των νέων ψηφιακών “εργαλείων” (ηλεκτρονική συνταγογράφηση, ηλεκτρονικά πρωτόκολλα και ατομικός φάκελος υγείας) σε συνδυασμό με μια στοχευμένη αύξηση του κρατικού προϋπολογισμού για την Υγεία δεν θα ωφελήσουν μόνο τον φαρμακευτικό κλάδο, αλλά και τους ίδιους τους ασθενείς.
«Η διασφάλιση ενός βιώσιμου και προβλέψιμου περιβάλλοντος θα οδηγήσει στην προσέλκυση περισσότερων κλινικών μελετών αλλά και την περαιτέρω ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων», τονίζει ο ίδιος.
Εστιάζοντας στο θέμα των υποχρεωτικών επιστροφών (clawback) που αποτελεί χρόνιο πρόβλημα για τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις, ο κ. Κοντούδης επισημαίνει ότι αποτελεί ένα πολυσύνθετο ζήτημα. Για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του απαιτείται -όπως επισημαίνει- μείωση της ανεξέλεγκτης υπερσυνταγογράφησης, και παράλληλα η αύξηση του δημόσιου προϋπολογισμού.
Ο κ. Ηλίας Κοντούδης, επικεφαλής Μarket Access στον Τομέα Φαρμάκων της Bayer Ελλάς.
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη:
Η φαρμακευτική δαπάνη αυξάνεται συνεχώς εξαιτίας της ανεξέλεγκτης συνταγογράφησης, αλλά και λόγω της αυξημένης ζήτησης για τις νέες
καινοτόμες θεραπείες. Ποια είναι τα βασικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να ελεγχθεί η αύξηση αυτή, χωρίς να περιοριστεί η πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμα φάρμακα;
Οι διεθνείς μελέτες επιβεβαιώνουν ότι η αύξηση του προσδόκιμου ζωής και οι απαιτήσεις για πιο καινοτόμες και εξατομικευμένες θεραπείες οδηγούν στην αύξηση της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης. Παρόλα αυτά, η αύξηση αυτή μπορεί και πρέπει να είναι λελογισμένη. Όπως έχει αναφερθεί από τους φορείς του κλάδου, τα μέτρα για τον έλεγχο της αύξησης της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης είναι συγκεκριμένα.
Βασικότερο όλων είναι η πραγματική ανάπτυξη και εφαρμογή των θεραπευτικών συνταγογραφικών πρωτοκόλλων ενώ απαιτείται και η παράλληλη ολοκλήρωση απαραίτητων λειτουργιών για την πραγματική αξιοποίησή τους. Για παράδειγμα, η διασύνδεση της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και των πρωτοκόλλων με τα διαγνωστικά κέντρα αποτελεί θεμέλιο για την εύρυθμη λειτουργία, προκειμένου οι τιμές των διαγνωστικών εξετάσεων να συμπληρώνονται αυτόματα και χωρίς δικαίωμα αλλαγών.
Επίσης, τα αυτοματοποιημένα θεραπευτικά πρωτόκολλα θα πρέπει να επεκταθούν, τόσο εντός των νοσοκομείων όσο και στη συνταγογράφηση των φαρμάκων υψηλού κόστους. Η εφαρμογή αυτή θα επιταχύνει την εκτέλεση των συνταγών, καθώς θα αποφεύγονται οι καθυστερήσεις που παρατηρούνται λόγω του Συστήματος Ηλεκτρονικής Προέγκρισης (ΣΗΠ). Το ΣΗΠ θα μπορεί να αξιοποιηθεί για την εξέταση κατ’ εξαίρεση αιτημάτων περιορίζοντας ταυτόχρονα το φόρτο εργασίας των ελεγκτών- ιατρών ΕΣΥ.
Τέλος, η πραγματική λειτουργία των θεραπευτικών συνταγογραφικών πρωτοκόλλων θα βοηθήσει και στον περιορισμό της συνταγογράφησης φαρμάκων μέσω ΙΦΕΤ, καθώς θα πρέπει να δικαιολογούνται επαρκώς οι εξαιρέσεις που οδηγούν σε χορήγηση φαρμάκων μη διαθέσιμων στην ελληνική αγορά.
Τα πρωτόκολλα αποτελούν – βασικό μεν – αλλά μόνο ένα από τα εργαλεία για τον εξορθολογισμό της δαπάνης. Σε αυτό, μπορούν να συνδράμουν η ενδυνάμωση της πρόληψης, η εισαγωγή του ψηφιακού φακέλου ασθενούς, οι ψηφιακοί έλεγχοι μέσω διασταυρώσεων για τυχόν παρατυπίες κ.α.
Η μείωση των τιμών των φαρμάκων θεωρείται από πολλούς λύση για τον περιορισμό της δαπάνης. Γιατί δεν αποτελεί αυτή η προσέγγιση αποτελεσματική λύση μακροπρόθεσμα;
Η μείωση της δαπάνης αποκλειστικά μέσω τιμολογιακών πολιτικών έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι αλλαγές τιμολόγησης την περίοδο 2010-2012. Οριζόντια μέτρα όπως αυτά που εφαρμόστηκαν τότε έχουν μόνο προσωρινό αποτέλεσμα, καθώς απλώς μειώνουν τη βάση υπολογισμού, χωρίς να ανακόπτουν την ανοδική τάση της συνολικής δαπάνης.
Η τιμολογιακή πολιτική οφείλει να ευθυγραμμίζεται με τις οικονομικές και αναπτυξιακές δυνατότητες κάθε χώρας. Η απότομη και σημαντική μείωση των τιμών συχνά οδηγεί σε αύξηση των παράλληλων εξαγωγών, δημιουργώντας ελλείψεις φαρμάκων στην εγχώρια αγορά. Παράλληλα, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες όπως η ενίσχυση της διεξαγωγής κλινικών μελετών και η ανάπτυξη της τοπικής παραγωγής, οι οποίοι συμβάλλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη του φαρμακευτικού κλάδου.
Αν λοιπόν ελέγξουμε τη δαπάνη θα πρέπει να αυξήσουμε αντίστοιχα και τον προϋπολογισμό για το φάρμακο; Και αν ναι, πώς θα υπολογιστεί η αύξηση;
Για να προσδιορίσουμε το ύψος της απαιτούμενης αύξησης του προϋπολογισμού για τα φάρμακα, είναι σημαντικό πρώτα να κατανοήσουμε πόσα πραγματικά ξοδεύονται. Σήμερα, εφαρμόζονται δύο διαφορετικά μοντέλα χρηματοδότησης:
Το πρώτο μοντέλο, το πιο διαδεδομένο, βασίζεται στην αποζημίωση των φαρμάκων με βάση τις τιμές αποζημίωσης. Σε αυτό προστίθενται οι αυτόματες επιστροφές (rebate και clawback). Ωστόσο, αυτός ο τρόπος αποτύπωσης της φαρμακευτικής δαπάνης δεν αντικατοπτρίζει τη δημόσια χρηματοδότηση, δηλαδή το καθαρό ποσό που δαπανά το κράτος μετά την αφαίρεση των επιστροφών.
Το δεύτερο μοντέλο εισήχθη με την εφαρμογή «κλειστών θεραπευτικών ή προϊοντικών προϋπολογισμών». Σε αυτό το σύστημα, οι φαρμακευτικές εταιρείες συμφωνούν με την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Τιμών να προσφέρουν έκπτωση επί της τιμής προμήθειας. Έτσι, καθορίζεται ένα τελικό ποσό που αντανακλά τη πραγματική δαπάνη για κάθε προϊόν, αφού αφαιρεθεί η έκπτωση. Το δεύτερο μοντέλο είναι πιο ακριβές, καθώς αποτυπώνει την πραγματική τιμή, λαμβάνοντας υπόψη και τις προβλέψεις για την κατανάλωση του φαρμάκου, σύμφωνα με τη συχνότητα και την ένταση εμφάνισης της κάθε νόσου.
Κατά την άποψή σας δηλαδή, η επέκταση των «κλειστών προϋπολογισμών» μετά από διαπραγμάτευση είναι μέρος της λύσης του προβλήματος; Πώς μπορεί να υλοποιηθεί κάτι τέτοιο και ποιο μπορεί να είναι το όφελος;
Αν το σύνολο των φαρμακευτικών προϊόντων εντασσόταν σε συμφωνίες «κλειστών προϋπολογισμών» κατόπιν διαπραγμάτευσης, τότε το Υπουργείο Υγείας και η κυβέρνηση κατ’ επέκταση θα ήξεραν ακριβώς το ποσό που απαιτείται για τη χρηματοδότηση του φαρμάκου. Η πιθανή αύξηση του δημόσιου προϋπολογισμού σε αυτή την περίπτωση θα ήταν περιορισμένη, λελογισμένη και θα οδηγούσε στην μείωση – έως και απαλοιφή – του clawback.
Δύο βασικά στοιχεία απαιτούνται για να μπορεί να επιτευχθεί το παραπάνω. Το πρώτο είναι η αλλαγή του καταστατικού λειτουργίας της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης Τιμών. Σήμερα, η διαπραγμάτευση για συμφωνίες κλειστών προϋπολογισμών γίνεται επί το πλείστον σύμφωνα με τα ποσοστά αυτόματων επιστροφών προηγούμενων ετών. Η προσέγγιση αυτή παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα, καθώς τα υψηλά ποσοστά εκπτώσεων καθίστανται μη βιώσιμα. Αντίθετα, η διαδικασία διαπραγμάτευσης τιμών θα πρέπει να βασίζεται στην κλινική αξία και την οικονομική επίπτωση κάθε φαρμακευτικού προϊόντος ή θεραπευτικής κατηγορίας.
Το δεύτερο στοιχείο που απαιτείται είναι η ενίσχυση των Επιτροπών Αξιολόγησης και διαπραγμάτευσης με έμψυχο δυναμικό προκειμένου να επιταχυνθούν οι συμφωνίες κλειστών προϋπολογισμών συμπεριλαμβάνοντας τόσο τα υπάρχοντα όσο και τα νέα προϊόντα ή νέες ενδείξεις.
Η αύξηση των συμφωνιών «κλειστού προϋπολογισμού» θα αποφέρει πολλαπλά οφέλη στο Υπουργείο Υγείας. Θα εξασφαλίσει μεγαλύτερη προβλεψιμότητα στη δαπάνη και θα επιτρέψει την ακριβή καταγραφή των εξοικονομήσεων που προκύπτουν από τις διαπραγματεύσεις σε επίπεδο συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης.
Παράλληλα, η οποιαδήποτε απαιτούμενη αύξηση του προϋπολογισμού θα είναι μετρήσιμη, προβλέψιμη, χωρίς να υπερβαίνει τα επίπεδα αύξησης μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Βασικότερο όλων, όμως, είναι ότι η οποιαδήποτε αύξηση προϋπολογισμού δε θα συνοδεύεται με ταυτόχρονη αύξηση του clawback όπως γίνεται σήμερα.
Ποια θα είναι τα μακροπρόθεσμα οφέλη για τη φαρμακευτική βιομηχανία και τους ασθενείς, εάν περιοριστεί ή εξαλειφθεί το clawback;
Η ορθολογική αναμόρφωση της φαρμακευτικής πολιτικής μπορεί να ανοίξει νέους δρόμους για την ανάπτυξη του φαρμακευτικού κλάδου. Η δημιουργία ενός σταθερού και προβλέψιμου πλαισίου θα λειτουργήσει ως καταλύτης για την προσέλκυση περισσότερων κλινικών μελετών και την ενίσχυση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας.
Επίσης, θα δοθεί η δυνατότητα να ξεφύγουμε από τη λογική ανταμοιβής τέτοιων θετικών πρωτοβουλιών με συμψηφισμό του clawback – δηλαδή κάτι αρνητικού. Αντ’ αυτού, θα δοθεί η δυνατότητα για την παροχή θετικών επενδυτικών κινήτρων στα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
To άρθρο Ηλίας Κοντούδης: «Ο εξορθολογισμός της φαρμακευτικής πολιτικής θα δώσει ώθηση στον φαρμακευτικό κλάδο» δημοσιεύτηκε στο NewsIT .
Υγεία – NewsIT Read More