Μια μεγάλη βρετανική μελέτη συνδέει τον μη φυσιολογικό καρδιακό ρυθμό, κατάσταση γνωστή και ως κολπική μαρμαρυγή, με την ήπια γνωστική έκπτωση, επιβεβαιώνοντας τη συσχέτιση μεταξύ κοινών καρδιακών παθήσεων και του κινδύνου εμφάνισης άνοιας.
Οι ερευνητές του University College του Λονδίνου (UCL) μελέτησαν τα ιατρικά αρχεία 233.833 ασθενών με κολπική μαρμαρυγή και 233.747 υγιών ατόμων. Λαμβάνοντας υπόψη τις προφανείς συννοσηρότητες και τους παράγοντες κινδύνου, οι ερευνητές διαπίστωσαν 45% αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης ήπιας γνωστικής εξασθένησης στις νέες διαγνώσεις της καρδιακής πάθησης που δεν είχαν ιατρική θεραπεία γι’ αυτήν.
«Η μελέτη μας έδειξε ότι η κολπική μαρμαρυγή σχετίζεται με 45% αύξηση του κινδύνου εμφάνισης ήπιας γνωστικής έκπτωσης και ότι οι παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου και η πολυνοσηρότητα φαίνεται να σχετίζονται με αυτό», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Δρ. Ρούι Προβιντένσια, καθηγητής στο Ινστιτούτο Έρευνας Πληροφορικής της Υγείας στο UCL.
Αν και σε ορισμένες περιπτώσεις η ήπια γνωστική έκπτωση μπορεί να αντιστραφεί, σε άλλες μπορεί να αποτελεί πρώιμο προειδοποιητικό σημάδι άνοιας. Η κολπική μαρμαρυγή, ο πιο κοινός τύπος θεραπευόμενης αρρυθμίας, αναγκάζει την καρδιά να μη λειτουργεί ρυθμικά, με αποτέλεσμα να συστέλλεται και να διαστέλλεται άρρυθμα. Η βασική της αιτία είναι ο ακανόνιστος συντονισμός στους ανώτερους θαλάμους (κόλπους) της καρδιάς, ο οποίος επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο το αίμα ρέει στους κατώτερους θαλάμους (κοιλίες).
«Η εξέλιξη από την ήπια γνωστική έκπτωση στην άνοια φαίνεται να διαμεσολαβείται, τουλάχιστον εν μέρει, από τους καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου και την παρουσία πολλαπλών συννοσηροτήτων», δήλωσε ο ερευνητής.
Ενώ πολλοί παράγοντες, όπως το φύλο και άλλες καταστάσεις όπως η κατάθλιψη, μπορούν να επηρεάσουν τον κίνδυνο εμφάνισης ήπια γνωστικής έκπτωσης, οι παράγοντες αυτοί δεν φαίνεται να επηρεάζουν τη σχέση που βρήκαν οι ερευνητές μεταξύ της κολπικής μαρμαρυγής και της γνωστικής έκπτωσης.
Ωστόσο, ένας παράγοντας που φάνηκε να παίζει μεγάλο ρόλο στη διαμεσολάβηση του κινδύνου ήταν η φαρμακευτική αγωγή. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα άτομα με κολπική μαρμαρυγή που έλαβαν θεραπεία με διγοξίνη, από του στόματος αντιπηκτική αγωγή και αγωγή με αμιωδαρόνη, δεν διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ήπιας γνωστικής έκπτωσης σε σχέση με τα άτομα που δεν είχαν διαγνωστεί με κολπική μαρμαρυγή.
Οι ερευνητές προσθέτουν ότι τα ευρήματα αυτά αναδεικνύουν τη σημασία της διάγνωσης και της θεραπείας της κολπικής μαρμαρυγής.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «JACC: Heart Failure».
ΠΗΓΗ: New Atlas
www.ertnews.gr