Η Ute Lemper είναι μια μοναδική καλλιτέχνης που καταφέρνει να γεφυρώσει τις δεκαετίες, τους πολιτισμούς και τα είδη τέχνης, φέρνοντας στη σκηνή μια βαθιά και αυθεντική έκφραση.
Με τη χαρακτηριστική της φωνή, την εντυπωσιακή σκηνική παρουσία και την ικανότητά της να διηγείται ιστορίες που αγγίζουν την ψυχή, έχει κατακτήσει μια ξεχωριστή θέση στον κόσμο της μουσικής και του θεάτρου.
Η παράστασή της για τη Μαρλέν Ντίντριχ είναι κάτι περισσότερο από ένας φόρος τιμής. Είναι ένα συναισθηματικό ταξίδι στην ψυχή μιας θρυλικής φιγούρας που ενσάρκωσε τη δύναμη, τη γοητεία και την αντισυμβατικότητα (και που σύντομα θα έχουμε τη δυνατότητα να τη δούμε στη σκηνή του Παλλάς, στις 3 Φεβρουαρίου για μόνο μία σχεδόν Sold Out παράσταση).
Με βαθιά ευαισθησία, η Ute Lemper φέρνει στη ζωή τη Μαρλέν, όχι μόνο ως σταρ του κινηματογράφου και της μουσικής, αλλά και ως άνθρωπο. Η παράσταση βασίζεται σε μια προσωπική επικοινωνία που ξεκίνησε με τη Μαρλέν Ντίντριχ και οδήγησε σε μια απροσδόκητη σύνδεση ανάμεσα στις δύο καλλιτέχνιδες, τις οποίες ενώνουν ο πόνος, το πάθος και η αλήθεια. Μέσα από τραγούδια και αφηγήσεις, ξεδιπλώνει το μεγαλείο και τις αντιφάσεις μιας γυναίκας που έζησε με τόλμη, αγωνίστηκε για τις αξίες της και άφησε ανεξίτηλο σημάδι στην τέχνη και την ιστορία.
Συναντηθήκαμε με τη βοήθεια της τεχνολογίας, την ημέρα που ανακοινώθηκαν οι υποψηφιότητες των Όσκαρ, λίγες στιγμές μετά από τη διακοπή και επανασύνδεση του TikTok στην Αμερική και μόλις λίγα 24ωρα από τις πρώτες αναγγελίες του νέου Πλανητάρχη. Είπαμε πολλά που αποσιωπήσαμε στη δημοσιευμένη συνέντευξή μας, καθώς με τη γερμανική της συγκρότηση και τους φιλοσοφικούς της συνειρμούς ταξιδέψαμε στον χρόνο και την ιστορία, εκεί που θέλει και η ίδια να πάει το ελληνικό κοινό σε λίγες μέρες.
Πρώτα απ’ όλα, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω πολύ για αυτή την ευκαιρία. Για να είμαι ειλικρινής, είχα την υπέροχη εμπειρία να σας δω στη σκηνή στο «Chicago», στο Λονδίνο πριν πολλά χρόνια, με τη Ruthie Henshall.
Ω, ναι. Το 1997.
Δεν μπορώ να ξεχάσω αυτή τη μαγική στιγμή. Είμαι τόσο χαρούμενος που θα έχω ξανά την ευκαιρία να σας δω στη σκηνή στην Ελλάδα. Επειδή δεν είναι η πρώτη φορά σας στην Ελλάδα, θα ήθελα να ξέρω, τι είδους σύνδεση έχετε με το ελληνικό κοινό;
Νομίζω πως ήρθα με την πρώτη μου συναυλία στην Ελλάδα πολύ πριν από το «Chicago». Ήταν το 1990 ή το 1991. Και πιστεύω ότι η πρώτη μου παράσταση ήταν στο όμορφο θέατρο κάτω από την Ακρόπολη, το Θέατρο Ηρώδου του Αττικού. Νομίζω ότι το λέτε διαφορετικά. Ναι, ήταν απλά… Πιστεύω ότι είναι ίσως το πιο όμορφο αμφιθέατρο που υπάρχει σε ολόκληρο τον κόσμο και ήταν τόσο μαγικό. Επίσης, η εγγύτητα με το κοινό ήταν πραγματικά εμπνευστική, καθώς και το πνεύμα του χρόνου και της διαχρονικότητας. Ήταν εκπληκτικό.
Θα μπορούσατε να μοιραστείτε λίγο περισσότερα για αυτήν τη μοναδική επικοινωνία που είχατε με τη Marlene Dietrich;
Ναι, ήταν το 1987. Ήμουν 24 χρονών. Η Marlene Dietrich ήταν ακόμα ζωντανή. Ζούσε, προφανώς, στο Παρίσι. Έμενε στο διαμέρισμά της. Δεν είχε φύγει από το διαμέρισμά της για πάνω από δέκα χρόνια, επειδή δεν ήθελε να δείξει το πρόσωπό της πια. Είχε ακούσει για μένα. Ήμουν η Sally Bowles στην παραγωγή του Cabaret στο Mogador στο Παρίσι. Είχα κερδίσει το βραβείο Molière, και όλοι έλεγαν, «Ποια είναι αυτή η νεαρή Γερμανίδα ηθοποιός;». Ξέρω ότι είχε ακούσει για μένα και είπαν για μένα «La Nouvelle Marlene» (η νέα Marlene). Και σκέφτηκα: «Ω Θεέ μου, είμαι μόλις αρχάρια. Πώς μπορούν να με συγκρίνουν με έναν θρύλο;».
Έτσι, της έγραψα ένα γράμμα για να ζητήσω συγγνώμη για τις συγκρίσεις και να της εκφράσω τον θαυμασμό μου. Έναν μήνα αργότερα, έλαβε το γράμμα και με κάλεσε στο παλιό τηλέφωνο με το σπιράλ, ξέρετε, των παλιών καιρών. Μιλήσαμε για τρεις ώρες. Ήταν πραγματικά συγκλονιστικό. Υπήρχε τόση μελαγχολία στην τηλεφωνική κλήση. Έπιασα πραγματικά το πνεύμα αυτής της ηλικιωμένης γυναίκας και της πληγωμένης καρδιάς της, αλλά ταυτόχρονα τη σπιρτάδα της. Ήταν λίγο τρελή, όπως συχνά οι ηλικιωμένοι, μιλούσε κάποιες φορές συγκεχυμένα, αλλά ταυτόχρονα χωρίς λογοκρισία.
Τι σας είπε η Marlene Dietrich για τη σχέση της με τη Γερμανία και γιατί ένιωθε προδομένη από τη χώρα της;
Το κύριο παράπονό της ήταν η πληγωμένη σχέση της με τη Γερμανία, τη χώρα καταγωγής της. Ξέρετε, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν στρατιώτης της Αμερικής και πολέμησε ενάντια στη ναζιστική Γερμανία. Ήταν απίστευτα γενναία. Ήταν στις πρώτες γραμμές για 20 μήνες συνεχόμενους, διασκεδάζοντας τα αμερικανικά στρατεύματα και δίνοντάς τους κουράγιο να συνεχίσουν να πολεμούν μέχρι το τέλος του πολέμου ενάντια στους ναζί.
Ωστόσο, οι Γερμανοί, μετά τον πόλεμο, την αντιμετώπισαν σαν προδότρια, παρόλο που πολέμησε ενάντια στη ναζιστική Γερμανία. Όταν, 15 χρόνια μετά τον πόλεμο, το 1960, προσπάθησε να επιστρέψει στη Γερμανία για να δώσει συναυλίες – καθώς εκείνη την εποχή είχε αφήσει πίσω την καριέρα της στο Χόλιγουντ και είχε γίνει τραγουδίστρια στη σκηνή με τον Burt Bacharach – οι Γερμανοί την έδιωξαν από τη χώρα.
Ήταν 15 χρόνια μετά τον πόλεμο. Ενώ είχε λάβει το Μετάλλιο Πίστης από τους Γάλλους, το Μετάλλιο Τιμής από τους Αμερικανούς και πολλές άλλες εξαιρετικές τιμές, στη Γερμανία δεν μπόρεσε ποτέ να επιστρέψει μέχρι που πέθανε.
Ποια ήταν η επιθυμία της όταν πέθανε και πώς σχετίζεται με εσάς;
Ήθελε να θαφτεί δίπλα στη μητέρα της. Αυτό έγινε το 1992, όταν πέθανε. Επέστρεψε στη Γερμανία για την κηδεία της, και μου είπε στο τηλέφωνο: «Ήμουν η Λόλα στο Γαλάζιο Άγγελο». Αυτός ήταν ο ρόλος-ορόσημό της τότε. Ήμουν 28 χρονών στο Βερολίνο, και όταν επέστρεψε για να ταφεί, ήμουν εκεί στην κηδεία της.
Πώς ήταν η κηδεία της Marlene Dietrich;
Όταν θάφτηκε στο Βερολίνο, […] η κηδεία ήταν πολύ σκοτεινή, πολύ μυστηριώδης. Ήταν σχεδόν σαν να ντρέπονταν οι Γερμανοί που ποτέ δεν την άφησαν να επιστρέψει στη χώρα. Είναι μια πολύ μεγάλη και τραγική ιστορία.
Η ίδια έλεγε: «Αγαπώ τη χώρα μου, αγαπώ τη γλώσσα, τους ποιητές, τους συνθέτες, τους φιλοσόφους, τον πολιτισμό». Όμως, κατά τη διάρκεια της εποχής του Χίτλερ, όλα κατέρρευσαν, και έφυγε για την Αμερική. Παρ’ όλα αυτά, δεν έγινε ποτέ δεκτή πίσω. Είναι μια πολύ περίπλοκη ιστορία, με πολλές αποχρώσεις.
Με την Marlene Dietrich ποιο θεωρείτε ότι είναι το κοινό σας στοιχείο;
Λοιπόν, και οι δύο είμαστε Γερμανίδες. Και οι δύο ζούμε εξόριστες για πολύ μεγάλο διάστημα. Εγώ δεν ζω στη Γερμανία από τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Έχω ζήσει στο Παρίσι, στο Λονδίνο και τώρα στη Νέα Υόρκη εδώ και 26 χρόνια. Έχω προβλήματα με την ιστορία της χώρας μου.
Όταν μεγάλωνα, ήμουν πολύ θυμωμένη και γεμάτη οργή, γιατί ένιωθα ότι η χώρα δεν είχε επαρκώς αντιμετωπίσει, σε προσωπικό επίπεδο, το Ολοκαύτωμα και την εποχή του ναζισμού. Πολιτικά, ίσως να είχαν γίνει κάποια βήματα, αλλά προσωπικά, όχι αρκετά.
Γεννήθηκα μόνο δύο δεκαετίες μετά τον πόλεμο – και αυτό δεν είναι τίποτα. Αν αναλογιστώ ότι η χώρα στην οποία γεννήθηκα είχε τόσο πρόσφατα βιώσει αυτή την τρομερή γενοκτονία, με σοκάρει ακόμα. Δεν μπορείς να συγκρίνεις το Ολοκαύτωμα με τίποτα άλλο.
Πώς συνδέεται η ιστορία της Marlene Dietrich με τη γυναικεία ελευθερία και ποια είναι η προσωπική σας σχέση με αυτό το θέμα;
Η ιστορία της Marlene Dietrich είναι επίσης μια ιστορία για την ελευθερία της γυναίκας. Σε αυτό το σημείο, συνδέομαι και εγώ μαζί της. Ήμουν πάντα ένα «πουλί του παραδείσου», μια φυσικά χειραφετημένη γυναίκα. Ποτέ δεν σκέφτηκα να υποταχθώ σε άντρες. Ήμουν πάντα μια πολύ δυναμική και ανεξάρτητη νέα γυναίκα.
Παρά το γεγονός ότι είμαι μητέρα τεσσάρων παιδιών, έζησα τη ζωή μου όπως ακριβώς ήθελα. Είμαι το «αφεντικό» της ζωής μου, αν και αυτό μπορεί να είναι κάπως προβληματικό για τον σύζυγό μου. Δουλεύω με πολλούς άντρες στον χώρο του θεάματος, και αυτή η ελευθερία που πάντα ήθελα να έχω, δεν είναι πάντα εγγυημένη στον κόσμο όπως λειτουργεί σήμερα.
Ποια είναι η σχέση σας με τη Marlene Dietrich ως καλλιτέχνης και πώς αποφασίσατε να αφηγηθείτε την ιστορία της;
Μου αρέσει η αισθητική της, η μόδα της, οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες της. Ωστόσο, ποτέ δεν προσπάθησα να την μιμηθώ. Περίμενα 30 χρόνια για να γράψω αυτό το θεατρικό έργο, με πολλή έρευνα. Δεν θυμόμουν όλα όσα μου είχε πει στο τηλέφωνο, αλλά αιχμαλώτισα τη διάθεση που μου μετέφερε. Αυτή η διάθεση, ενός ελαφρώς διαταραγμένου, μελαγχολικού ατόμου, είναι το πιο σημαντικό στοιχείο.
Αναφέρατε τη φωνή της. Επιτρέψτε μου να πω ότι η φωνητική σας έκταση είναι πραγματικά μεγαλύτερη από της Marlene Dietrich. Μπήκατε στον πειρασμό να τραγουδήσετε λίγο πιο χαμηλά ή να ακολουθήσετε τα βήματά της, όχι μιμούμενη την ίδια, αλλά χρησιμοποιώντας λιγότερο την τεράστια φωνητική σας έκταση;
Όχι, πρέπει να παραδεχτώ πως όταν τραγουδάω τα τραγούδια της, παρόλο που την «διοχετεύω», δεν τα τραγουδάω όπως εκείνη. Δεν την μιμούμαι, διοχετεύω το πνεύμα της, αλλά τραγουδάω όπως μου αρέσει να τραγουδάω τα κομμάτια – με τον τρόπο που πρέπει να αναδειχθούν. Απλά αγαπώ να τραγουδάω αυτά τα τραγούδια. Θέλω να τα τραγουδήσω, καταλαβαίνετε; Δεν μπορώ απλά να την μιμηθώ, αυτό δεν με ικανοποιεί. Όμως συναισθηματικά την διοχετεύω πολύ έντονα.
Έχετε κάνει τόσο πολλά πράγματα στην καριέρα σας και βλέπουμε, όπως αναφέρατε κι εσείς, την ιστορία με έναν περίεργο και παράξενο τρόπο να επαναλαμβάνεται. Πώς είναι να έχετε βιώσει μέσα από τα τραγούδια αυτή τη φρικτή κατάσταση που αντιμετώπισαν τότε όλοι αυτοί οι άνθρωποι, από εγκλήματα μέχρι πόνο και δυστυχία, και να βλέπετε αυτές τις συνθήκες να επιστρέφουν στον παγκόσμιο χάρτη;
Ναι, φέτος είναι η μεγάλη χρονιά του Kurt Julian Weill – είναι τα 125α γενέθλιά του.
Χθες το βράδυ εδώ στη Νέα Υόρκη έκανα μια βραδιά αφιερωμένη στον Kurt Julian Weill. Απόψε θα κάνω άλλη μία. Είναι μια πολύ σημαντική χρονιά (για εκείνον), και κυκλοφορώ ένα νέο άλμπουμ, αποκλειστικά με τραγούδια του, επανεπεξεργασμένα με σύγχρονο τρόπο. [σ.σ. η κυκλοφορία θα γίνει τον Απρίλιο]. Αλλά, ναι, είναι τρομακτικό. Έχουμε έναν νέο πρόεδρο εδώ στην Αμερική, και κυριολεκτικά γίνεται όλο και πιο τρομακτικό μέρα με τη μέρα με τις αλλαγές που επιβάλλει και τους νόμους που θεσπίζει. Με τους πολέμους που μαίνονται στον κόσμο και τις συμμαχίες, μοιάζει με έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο. Οι υπερδυνάμεις – Ασία, Ρωσία, Κίνα – και η Αμερική με την Ευρώπη στη μέση, χωρίς να ξέρουν τι να κάνουν με τη συμμαχία του ΝΑΤΟ. Είναι τόσο περίπλοκο, και η κατάσταση στο Ισραήλ επίσης. Νιώθω πως η ιστορία, όπως είπε η Ingeborg Bachmann (σ.σ. αυστριακή ποιήτρια), «ήθελε να είναι καλός δάσκαλος, αλλά δεν μπορούσε να βρει μαθητές».
Μερικές φορές μπορούμε να μάθουμε περισσότερα για τον εαυτό μας μέσα από στίχους. Υπάρχει κάποιος στίχος ή τραγούδι που πιστεύετε πως περιέχει το πνεύμα της εποχής ή εσάς;
Θα έλεγα τα τραγούδια που γράφω εγώ. Αν μπείτε στο Spotify και δείτε τις τελευταίες μου κυκλοφορίες, όπως το «Time Traveler» ή το «Permanently Confused», είναι βγαλμένα από την ψυχή μου αυτά τα κομμάτια. Έχω κι ένα υπέροχο βίντεο στο YouTube για το «Permanently Confused» που δείχνει εμένα, την οικογένειά μου και την πορεία του χρόνου. Το πιο πρόσφατο τραγούδι μου αναφέρει «Θέλω να ζήσω τα όνειρά μου και όχι τους φόβους μου».
Αλλά φυσικά, στο ρεπερτόριο της Marlene Dietrich υπάρχουν απίστευτα τραγούδια όπως το «Marie», που είναι ένα από τα αγαπημένα μου και θα το τραγουδήσω στην Αθήνα, το «Want to Buy Some Illusions», και επίσης το τραγούδι του Bob Dylan που έγραψε κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ. Η Marlene το τραγούδησε στη σκηνή: «The answer, my friend, is blowing in the wind». Κι εγώ το τραγουδάω. Πραγματικά αποτυπώνει το πνεύμα του τι μπορούμε να κάνουμε. Οι απαντήσεις δεν δίνονται – τίποτα δεν είναι διαφανές. Πρέπει να προχωρήσουμε με αυτό και να σώσουμε τις ψυχές μας. Να κάνουμε το σωστό.
Αναφέροντας τον Bob Dylan, σήμερα είχαμε τις υποψηφιότητες των Όσκαρ και η ταινία που είναι εμπνευσμένη από τη ζωή του έχει ήδη λάβει 8 υποψηφιότητες. Δεν ξέρω αν είστε λάτρης του κινηματογράφου ή αν έχετε δει κάτι που θα θέλατε να μοιραστείτε, αλλά αυτές τις μέρες βλέπουμε πολλά μιούζικαλ να μεταφέρονται στη μεγάλη οθόνη. Είστε φίλη του κινηματογράφου; Βλέπετε ταινίες;
Δεν έχω δει τη νέα ταινία για τον Bob Dylan [σ.σ. «A Complete Unknown»]. Ειλικρινά, φοβάμαι λίγο να τη δω γιατί είναι περίεργο να βλέπεις κάποιον που είναι ακόμα ζωντανός να ενσαρκώνεται από άλλον. Γνωρίζεις τόσο καλά την πραγματική του ζωή, αυτά που πέρασε, το θάρρος και την τόλμη του. Ο ηθοποιός που τον υποδύεται, ο Timothée Chalamet, είναι εξαιρετικός, αλλά εξακολουθεί να μην είναι ο Bob Dylan.
Αγαπώ να βλέπω το αυθεντικό. Έτσι, είμαι διστακτική, αν και θα τη δω τελικά και φαντάζομαι πως θα έχει γίνει εξαιρετική δουλειά. Αυτό που πρέπει να σας πω πως ήταν ένα από τα μεγαλύτερα πράγματα που έχω δει ποτέ στο Broadway, δεν ήταν παράσταση του Broadway.
Ήταν ο Bruce Springsteen που αφηγούνταν τη ζωή του μόνος στη σκηνή, με μια κιθάρα. Η ένταση και η αυθεντικότητα αυτού του ανθρώπου, ενός πληγωμένου, αναζητητή, πεινασμένου και άγριου ανθρώπου, αφηγούμενος την ιστορία της ζωής του, της παιδικής του ηλικίας και της οικογένειάς του, με μερικά τραγούδια και μια τραχιά φωνή. Ήταν τόσο αληθινό. Κανένας ηθοποιός δεν μπορεί να είναι τόσο αυθεντικός όσο η ίδια η πραγματικότητα.
Είδα πολλά πράγματα στο Broadway, προφανώς, και η νέα παραγωγή του «Sunset Boulevard» είναι αρκετά καλή. Η Nicole Scherzinger κάνει εξαιρετική δουλειά. Αλλά υπάρχει κάτι στην πραγματικότητα όταν είναι αυθεντική. Αυτή η βραδιά με τον Bruce Springsteen ήταν από τα καλύτερα πράγματα που έχω δει στο Broadway. Έχω δει και το μιούζικαλ για την Carole King, «Beautiful». Είναι πολύ καλό. Επίσης, το μιούζικαλ για τον «Michael Jackson» είναι καλό, αλλά ανήκω στη γενιά που τα είδε όλα αυτά στην πραγματική τους μορφή. Οπότε, τώρα δεν έχω ανάγκη να τα δω σε μιούζικαλ. Θησαυρίζω τις αυθεντικές εμπειρίες.
Πόσο σημαντικές είναι οι παύσεις στη δουλειά σας και για εσάς προσωπικά;
Οι στιγμές της σιωπής και του τίποτα είναι οι πιο σημαντικές. Είναι οι στιγμές όπου η σιωπή δονείται. Είναι εξίσου σημαντικές με τις νότες που τραγουδάω.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ήταν μια ενδιαφέρουσα περίοδος. Επιστρέψαμε στα βασικά πράγματα – διάβασμα, συζητήσεις, βόλτες στο Central Park. Ήταν ένας χρόνος που εκτίμησα. Είμαι όμως καλλιτέχνης και λατρεύω τη δουλειά μου. Όταν λέω μια ιστορία μέσω του τραγουδιού, η σιωπή ανάμεσα στις νότες είναι ουσιαστική.
Σας ευχαριστούμε θερμά για αυτήν τη συζήτηση.
Ανυπομονώ να έρθω στην Αθήνα. Είναι καιρός να επιστρέψω. Σας ευχαριστώ για αυτή την υπέροχη συνέντευξη.
www.ertnews.gr
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Archives – ertnews.gr Read More